Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ… Τάνταλος


ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ… Τάνταλος

Οι γνώμες διχάζονται όσον αφορά την καταγωγή και τους γονείς του Τάνταλου. Μητέρα του ήταν η Πλουτώ, κόρη του Κρόνου και της Ρέας ή όπως ισχυρίζονται άλλοι, κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος (1) . Πατέρας του ήταν ο Ζευς ή ο Τμωλος, ο βελανιδοστεφανωμενός θεός του όρους Τμώλου, ο οποίος βασίλευε μαζί με τη γυναίκα του Ομφάλη στη Λυδία και έκανε τον κριτή στον αγώνα μεταξύ του Πάνα και του Απόλλωνα (2). Μερικοί λένε ότι ο Τάνταλος υπήρξε βασιλιάς του Αργους ή της Κορίνθου, ενώ άλλοι ότι από το όρος Σίπυλο έφτασε στα βόρεια, στη Λυδία, για να βασιλέψει τελικά στην Παφλαγονία από εκεί όμως, αφού προκάλεσε την οργή των θεών, τον εξεδίωξε ο Φρύγας Ίλος, επειδή άρπαξε και αποπλάνησε τον αδελφό του Γανυμήδη (3).

β: Η γυναίκα του η Ευρυάνασσα, κόρη του ποτάμιου θεού Πακτωλού, ή Ευρυθεμίστη, κόρη του άλλου ποτάμιου θεού Ξάνθου, ή Κλυτία, κόρη του Αμφιδάμαντα, ή τέλος η Πλειάς Διόνη – του χάρισε τρία παιδιά: τον Πέλοπα, τη Νιόβη και τον Βροτεα (4). Μερικοί όμως λένε ότι ο Πέλοψ ήταν νόθος, ή γιος του Άτλαντα και της νύμφης Λίνου (5).
γ. Ο Ζευς ήταν στενός φίλος με τον Τάνταλο και του επέτρεπε να συμποσιάζεται με νέκταρ και αμβροσία στον Όλυμπο. Κάποτε όμως χτύπησε κατακέφαλα η δόξα τον Τάνταλο, μαρτύρησε τα μυστικά του Δία και έκλεψε την τροφή των θεών για να τη μοιραστεί με τούς θνητούς φίλους του, αλλά προτού αποκαλυφτεί το έγκλημα του, διέπραξε ένα χειρότερο: Προσκάλεσε τούς Ολύμπιους θεούς σε συμ­πόσιο στο όρος Σίπυλο – ίσως στην Κόρινθο – και επειδή έκρινε ότι δεν επαρκούσαν τα τρόφιμα πού είχε στο κελάρι του, ή ήθελε να βάλει σε δοκιμασία την παντογνωσία του Δία ή απλώς να αποδείξει την καλή του πρόθεση, έσφαξε το γιο του Πέλοπα και πρόσθεσε τα κομμάτια του στο φαγητό πού ετοίμαζε για τούς θεούς, όπως έκαναν οι γιοι του Λυκάονα με τον αδελφό τους Νικτυμο όταν φιλοξένησαν τον Δία στην Αρκαδία (6) . Δε κατόρθωσε όμως να ξεγελάσει τούς θεούς: κατάλαβαν τι τούς έδωσε να φάνε και όλοι το απόδιωξαν με αποστροφή, εκτός από τη Δήμητρα, η οποία συγχυσμένη ακόμη από το πρόσφατο χαμό της Περσεφόνης έφαγε τη σάρκα της αριστερής του ωμοπλάτης (7).
δ. Ο Τάνταλος τιμωρήθηκε σκληρά για τα δύο εγκλήματα του: το βασΙλειό του καταστράφηκε και ο ίδιος, αφού θανατώθηκε από το ίδιο το χέρι του Δία, καταδικάστηκε σε αιώνιο μαρτύριο μαζί με τον Ιξίονα, τον Σίσυφο, τον Τιτυό, τις Δαναΐδες και άλλους. Βρίσκεται κρεμασμένος στο κλαδί ενός οπωροφόρου δέντρου πάνω από μια ελώδη λίμνη και βασανίζεται μόνιμα από πεινά και διψά. Τα κύματα σκεπάζουν τη μέση του, μερικές φορές φτάνουν ως το πηγούνι του, άλλα κάθε φορά πού πάει να πιει υποχωρούν και δεν μένει παρά η μαύρη λάσπη στα πόδια του , αν τυχόν μαζέψει λίγο νερό στη φούχτα, κυλάει ανάμεσα στα δάχτυλά του, δεν φτάνει καλά καλά να υγράνει τα σκαμμένα του χείλη, και τελικά μένει πιο διψασμένος από όσο ήταν. Το δέντρο είναι φορτωμένο απίδια αστραφτερά μήλα, γλυκά σύκα, ώριμες ελιές και ρόδια. Οι νόστιμοι καρποί ακουμπούν σχεδόν στους ωμούς του, μόλις όμως απλώσει το χέρι του, ένα κύμα αέρα τα απομακρύνει (8).
ε. Μια τεράστια πέτρα, ένας βράχος του Σίπυλου, κρέμεται πάνω από το δέντρο απειλώντας μονίμως να τσακίσει το κεφάλι του Τάνταλου (9). Αυτή ειδικά η τιμωρία του επιβλήθηκε για ένα τρίτο του έγκλημα: κλοπή με το επιβαρυντικό στοιχείο της ψευδορκίας. Όταν κάποτε ο Ζευς ήταν ακόμα βρέφος στην Κρήτη και τον θήλαζε η κατσίκα Αμάλθεια, ο Ήφαιστος έφτιαξε στη Ρέα ένα μαντρόσκυλο από χρυσάφι για να τον προσέχει. Αυτό το σκυλί κατόπιν έγινε ο φύλακας του ναού του Δία στη Δίκτη . Ο γιος του Μεροπα Πανδάρεως, ο οποίος καταγόταν από τη Λυδία – είτε από την Κρήτη ή τη Μίλητο, αλλά δεν αποκλείεται να καταγόταν και από την Έφεσο – έκλεψε το μαντρόσκυλο και το πήγε στον Τάνταλο για να το κρύψει στο όρος Σίπυλο. Όταν κόπασε η μεγάλη φασαρία μετά την κλοπή, ο Πανδα­ρεως ζήτησε πίσω το σκύλο από τον Τάνταλο εκείνος όμως ορκίστηκε στο όνομα του Δία ότι ποτέ δεν είχε δει το χρυσό σκυλί, ούτε καν είχε ακούσει για την ύπαρξη του . Ο όρκος έφτασε στα αφτιά του Δία και πρόσταξε τον Ερμή να διερευνήσει το θέμα ενώ ο Τάνταλος επέμενε στην ψευδορ­κία του, ο Ερμής ξαναβρήκε το σκύλο με πονηριά ή με τη βία, και ο Ζευς καταπλάκωσε τον Τάνταλο με βράχο του Σίπυλου. Μέχρι σήμερα δείχνουν το σημείο αυτό κοντά στη λίμνη με το όνομα του Τάνταλου, στο λημέρι των Λεύκων κύκνειων αετών . Ο Πανδάρεως και η γυναίκα του Αρμοθόη διέφυγαν πρώτα στην Αθήνα και έπειτα στη Σικελία, όπου πέθαναν εξαθλιωμένοι (10).
ζ. Κατ’ άλλους ο χρυσός σκύλος κλάπηκε από τον Τάνταλο, ο οποίος τον εμπιστεύτηκε στον Πανδάρεω. Όταν ο Πανδάρεως αρνήθηκε ότι ο σκύλος έφτασε ποτέ στα χέρια του, οργισμένοι οι θεοί τον σκότωσαν μαζί με τη γυναίκα του ή μάλλον τούς μεταμόρφωσαν σε βράχους. Οι ορφανεμένες κόρες τους Μερόπη, Κλεοθηρα, ή αλλιώς Καμειρώ, και η Κλυτία μεγάλωσαν με τις φροντίδες της Αφροδίτης πού τις τάιζε ξινόγαλο, μέλι και γλυκό κρασί. Η Ήρα τις προίκισε με ομορφιά και υπεράνθρωπη σοφία χάρη στην Άρτεμη έγιναν ψηλές και δυνατές και η Αθηνά τις έμαθε όλες τις γνωστές τέχνες. Δύσκολα καταλαβαίνει κανείς για ποίο λόγο λυπήθηκαν τόσο πολύ οι θεές τις ορφανές και γιατί έστειλαν την Αφροδίτη στον Δία να του μαλακώσει την καρδιά και να τις καλοπαντρέψει, εκτός πια κι αν αυτές οι ίδιες προέτρεψαν τον Πανδάρεω να κλέψει το σκυλί. Κάτι θα υποπτεύτηκε ο Ζευς, γιατί όσο κλείστηκε με την Αφροδίτη να τα πουν στον Όλυμπο, οι Aρπυιες άρπαξαν με τη συναίνεση του τα τρία κορίτσια και τα παρέδωσαν στις Ερινύες οι οποίες τα χιλιοβασανισαν για τα κρίματα των γονιών τους (11).
η. Ο Πανδάρεως υπήρξε και πατέρας της Αηδόνας πού χάρισε στον άντρα της Ζήθο τον Ίτυλο . Η Αηδών ζήλευε φοβερά την αδελφή της Νιόβη, η οποία χαιρόταν την αγάπη έξι γιων και έξι θυγατέρων. Στην προσπάθειά της να δολοφονήσει το μεγαλύτερο γιο της αδελφής της Σίπυλο σκότωσε κατά λάθος τον Ίτυλο – ο Ζευς τη μεταμόρφωσε σε αηδόνι κι από τότε στη αρχή του καλοκαιριού κλαίει τις νύχτες το σκοτωμένο παιδί της (12).
θ. Αφού ο Ζευς τιμώρησε τον Τάνταλο θέλησε να αναστήσει τον Πέλοπα πρόσταξε λοιπόν τον Ερμή να μαζέψει τα μέλη του σώματος του και να τα ξαναβράσει στην ίδια χύτρα. Μετά η Μοίρα Κλωθώ συνταίριαξε τα μέλη, η Δήμητρα προσέφερε ένα κομμάτι ελεφαντόδοντο στη θέση της ωμοπλάτης πού είχε φάει και, όσο ο Τράγος-Πάν χοροπηδούσε από τη χαρά του, η Ρέα εμφύσησε ζωή στον Πέλοπα (13).
ι. Ο Πέλοψ ήταν τόσο όμορφος όταν βγήκε από τη μαγική χύτρα, ώστε ο Ποσειδών τον ερωτεύτηκε αμέσως και τον ανέβασε στον Όλυμπο πάνω στο χρυσό άρμα του πού το έσερναν χρυσά άτια. Τον έκανε οινοχόο και ερωμένο του, όπως αργότερα ο Ζευς τον Γανυμήδη, και τον τάιζε αμβροσία . Ο Πέλοψ δεν κατάλαβε ότι η αριστερή ωμοπλάτη του ήταν από ελεφαντόδοντο παρά μόνον όταν πενθώντας την αδελφή του Νιόβη απογύμνωσε το στήθος του. Όλοι οι πραγματικοί απόγονοι του Πέλοπα έχουν το ίδιο διακριτικό . Η ελεφαντοστεινη ωμοπλάτη φυλάχτηκε στην Πισα μετά το θάνατο του Πέλοπα (14).
κ. Η μητέρα του Ευρυάνασσα αγνοώντας την άνοδο του Πέλοπα στον Όλυμπο έψαχνε απεγνωσμένα γι’ αυτόν’ έμαθε από τούς βοηθούς των μαγείρων ότι το παιδί της μαγειρεύτηκε και προσφέρθηκε στους θεούς, οι οποίοι μάλ­λον τον έφαγαν μέχρι και την τελευταία μπουκιά. Σε ολόκλη­ρη τη Λυδία αυτή η παραλλαγή του μύθου είναι γνωστή· πολλοί ακόμα την πιστεύουν και αμφισβητούν ότι ο μαγειρεμένος από τον Τάνταλο Πέλοψ ήταν ο ίδιος πού τον διαδέχτηκε στο θρόνο (15).
λ. Ο άσχημος γιος του Τάνταλου Βροτεας σκάλισε το αρχαιότερο άγαλμα της Μητέρας των θεών, το οποίο βρίσκεται ακόμα εκεί, πάνω στην Κοδδίνου πέτρα κοντά στο όρος Σίπυλο. Ο Βροτεας υπήρξε περίφημος κυνηγός, αρνήθηκε όμως να τιμήσει την Άρτεμη γι’ αυτό και η θεά του σάλεψε τα μυαλά: φωνάζοντας ότι είναι άφλεκτος ο Βροτεας έπεσε σε μια αναμμένη πυρά και οι φλόγες τον κατασπάραξαν. Άλλοι λένε ότι αυτοκτόνησε επειδή τον σιχαίνονταν όλοι για την ασχήμια του . Ο γιος και διάδοχος του Βροτεα ονομάστηκε επίσης Τάνταλος από τον παππού του
hellasforce.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το ιστολόγιο δεν υιοθετεί και δεν φέρει καμία ευθύνη για τα σχόλια των αναγνωστών του. Πλέον, οι αναγνώστες μπορούν να σχολιάζουν με το λογαριασμό τους στο facebook ή με λογαριασμούς από τα υπόλοιπα κοινωνικά δίκτυα. Τα ανώνυμα σχόλια θα παραμείνουν κλειστά όσο υπάρχουν άτομα που κρύβονται πίσω από την ανωνυμία για να προβοκάρουν και να επιτεθούν σε άλλους σχολιαστές για να επιβάλλουν τις απόψεις τους.