Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ… Ιφιγένεια εν Ταύροις


ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ… Ιφιγένεια εν Ταύροις

ΟΣΕΣ Ερινύες κώφευσαν στην ευγλωττία της Αθηνάς, συνέχισαν να καταδιώκουν τον Ορέστη , στην απελπισία του εκείνος πήγε στους Δελφούς, σωριάστηκε μέσα στο ναό και δήλωσε ότι θα αυτοκτονούσε, αν δεν τον απάλλασσε ο Α­πόλλων από τα μαστίγια των Ερινυών. Στην απάντηση της η Πυθία τον πρόσταξε να διασχίσει με πλοίο τον Εύξεινο Πόντο , τραβώντας βορινά τα βάσανα του θα τελείωναν μόνον εφόσον έκλεβε το αρχαίο ξύλινο άγαλμα της Άρτεμης από το ναό της στη Χερσόνησο της Ταυρικής και το έφερνε στην Αθήνα, ή (κατ” άλλους) στην Αργολίδα (1).

β. Βασιλιάς των Ταύρων ήταν τότε ο γοργοπόδαρος Θόας, πατέρας της Υψιπύλης και γιος του Διόνυσου και της Αριάδνης ο σκυθικής καταγωγής λαός του ονομάστηκε έτσι επειδή ο Όσιρις έζεψε ταύρους για να οργώσει τη χώρα (2). Οι Ταύροι ζουν ακόμα και σήμέρα από το πλιάτσικο, όπως τον καιρό του Θόαντα , οπότε κάποιος πολεμιστής έπιανε αιχμάλωτο, τον αποκεφάλιζε, κουβαλούσε το κεφάλι σπίτι και το κάρφωνε σε ψηλό πάσσαλο πάνω στην καπνοδόχο, ώστε η οικογένεια του να ζει κάτω από την προστασία του νεκρού. Ακόμα κάθε ναυτικός πού ναυαγούσε ή τον παράσερνε η κακοκαιρία στα λιμάνια τους, θυσιαζόταν δημόσια στην Άρτεμη των Ταύρων: Εκτελούσαν ορισμένα προκαταρκτικά τελετουργικά, ύστερα τούς χτυπούσαν με ρόπαλο στο κεφάλι, τούς το έκοβαν και το έμπηγαν σε σταυρό , το κορμί τους το έκαιγαν ή το έριχναν στη θάλασσα από τούς βράχους, όπου υψωνόταν ο ναός της Άρτεμης. Όταν τύχαινε ο ξένος να είναι ευγενικής καταγωγής, τον κάρφωνε με το ξίφος της η ίδια η παρθένα ιέρεια της θεάς , το κορμί του το έριχναν στην Ιερή φωτιά πού πήγαζε από τον Ταρταρο και έκαιγε μέσα στον Ιερό περίβολο. Μερικοί ισχυρίζονται ότι η ιέρεια επιθεωρούσε απλώς τις τελετουργίες, εκτελούσε τούς προπαρασκευαστικούς εξαγνισμούς και κούρευε το θύμα, άλλά δεν το σκότωνε η ίδια. Το αρχαίο άγαλμα της θεάς πού έπρεπε να αποκτήσει ο Ορέστης είχε πέσει από τον ουρανό. Τεράστιες κολόνες στήριζαν το ναό της στον οποίο οδηγούσαν σαράντα σκαλοπάτια , ο λευκός μαρμάρινος βωμός του ήταν πάντοτε ματωμένος (3).
γ. Η Άρτεμις των Ταύρων έχει πολλά ονόματα ελληνι­κά: Άρτεμις Ταυροπολος ή Ταυροπόλα, Δικτυννα, Ορθία, Θοαντεα και Εκάτη. Οι Ρωμαίοι την έλεγαν Τριβία (4).
δ. Όταν ήθελαν να θυσιάσουν την Ιφιγένεια στην Αυλίδα, την έσωσε η Άρτεμις: τυλιγμένη σε σύννεφο τη μετέφερε στη Χερσόνησο της Ταυρικής, όπου διορίστηκε αμέσως αρχιερείς επιφορτισμένη με τα αποκλειστικό δικαίωμα να αγγίζει το Ιερό ξόανο. Έκτοτε οι Ταύροι την ονόμαζαν Άρτεμη, Εκάτη ή Ορσιλόχη. Η Ιφιγένεια υπάκουσε ευλαβικά στις προσταγές της θεάς μολονότι απεχθανόταν τις ανθρωποθυσίες (5).
ε. Για όλα αυτά ο Ορέστης και ο Πυλάδης δεν ήξεραν τίποτα πίστευαν ακόμα ότι η Ιφιγένεια είχε πεθάνει κάτω από το τελετουργικό μαχαίρι στην Αυλίδα. Παρ” όλα αυτά έσπευσαν προς τη χώρα των Ταύρων με πλοίο πεντηκοντορο πού το εμπιστεύτηκαν στους κωπηλάτες, μόλις έπιασαν στεριά και έριξαν άγκυρα οι ίδιοι κρύφτηκαν σε θαλασσινή σπηλιά. Σχεδίαζαν να πλησιάσουν το ναό μόλις έπεφτε το σκοτάδι μα τούς ξάφνιασαν πολύ νωρίτερα μερικοί εύπιστοι βοσκοί, οι οποίοι – νομίζοντας τους για τούς Διόσκουρους ή κάποια αλλά αθάνατα αδέλφια – έπεσαν στα γόνατα και τούς προσκύνησαν. Τούτη την κρίσιμη στιγμή έπιασε πάλι τον Ορέστη η παραφροσύνη, άρχισε να μουγκανίζει σαν μοσχάρι και να αλυχτάει σαν σκυλί, και ένα κοπάδι μοσχαράκια πού περνούσε το πέρασε για Ερινύες με το σπαθί στο χέρι όρμησε έξω από τη σπηλιά για να τις σκοτώσει. Οι βοσκοί, χωρίς ψευδαισθήσεις πια, ακινητοποίησαν τούς δύο φίλους και κατά διαταγή του Θόαντα, τούς κουβάλησαν στο ναό για να θυσιαστούν αμέσως (6).
ζ. Κατά τη διάρκεια της προπαρασκευαστικής τελετουργίας ο Ορέστης έπιασε κουβέντα με την Ιφιγένεια στα ελληνικά , με μεγάλη τους χαρά σύντομα κατάλαβαν ποίος ήταν ο καθένας τους μόλις έμαθε εκείνη το σκοπό της αποστολής του κατέβασε αμέσως το άγαλμα από το βάθρο για να το πάρει ο Ορέστης. Ξαφνικά όμως εμφανίστηκε ο Θόας ανυπομονώvτας για την αργοπορία της θυσίας των ξένων. Η πολυμήχανη Ιφιγένεια καμώθηκε ότι ήθελε να εξευμενίσει το άγαλμα. Εξήγησε κιόλας στον Θόαντα ότι η θεά απέστρεψε το βλέμμα της από τα θύματα πού της είχε στείλει εκείνος, επειδή ο ένας ήταν μητροκτόνος και ο άλλος συνένοχος του , δεν είναι κατάλληλοι λοιπόν για θυσία. Εξάλλου έπρεπε να τούς κατεβάσει στην ακρογιαλιά, μαζί με το άγαλμα πού είχαν μιάνει με την παρουσία τους, να τούς εξαγνίσει και να θυσιάσει στο φως των δαυλών αρνάκια στη θεά. Εν τω μεταξύ ο Θόας πρέπει να καθαρίσει το ναό με δαυλό καλύπτοντας το κεφάλι του, όταν φανούν οι ξένοι, και, προστάζοντας τούς πάντες να μείνουν σπίτια τους, μην τυχόν και επεκταθεί το μίασμα.
η. Εξαπατημένος απόλυτα ο Θόας στάθηκε για λίγο χαμένος στο θαυμασμό του μπροστά στην τόση σοφία, κατόπιν έπιασε να καθαρίσει το ναό. Η Ιφιγένεια, ο Ορέστης και ο Πυλάδης κουβάλησαν στο φως των δαυλών το άγαλμα στην ακτή και αντί να το πλύνουν στη θάλασσα το ανέβασαν αμέσως στο πλοίο. Οι ντόπιοι υπηρέτες του ναού πού τούς συνόδευαν υποψιάστηκαν ότι έγινε προδοσία και τούς επιτέθηκαν. Μετά από σκληρή μάχη ηττήθηκαν και οι άνθρωποι του Ορέστη απομάκρυναν γρήγορα το πλοίο τραβώντας κουπί. Απρόσμενα όμως σηκώθηκε θύελλα και παρέσυρε το πλοίο προς τη βραχώδη ακτή, όπου θα χάνονταν όλοι, αν δεν ησύχαζε τη θάλασσα ο Ποσειδών με τα παρακά­λια της Αθηνάς , με ούριο άνεμο έφτασαν τελικά στο νησί Σμίνθο (7).
θ. Εκεί έμενε ο ιερεύς του Απόλλωνα Χρύσης, ο συνονόματος του εγγονός και η μητέρα του Χρυσηις, η οποία πρότεινε να εκδοθούν οι φυγάδες στον Θόαντα . Η Αθηνά είχε επισκεφτεί τον Θόαντα, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι, και με τις γαλιφιές της είχε καταφέρει να του αποσπάσει την υπόσχεση ότι θα απελευθέρωνε τις ελληνίδες σκλάβες της Ιφιγένειας παρ” όλα αυτά κατάδιώκοντάς τους εκείνος με ολόκληρο στόλο έφτασε στη Σμινθο αναμφισβήτητα με δολοφονικές προθέσεις. Μόλις ο γεροντότερος Χρύσης έμαθε ποιοι ήταν οι φιλοξενούμενοι του, μαρτύρησε στον νεότερο ότι πατέρας του δεν ήταν ο Απόλλων, όπως ισχυριζόταν η μητέρα του, άλλά ο Αγαμέμνων ήταν λοιπόν ετεροθαλής αδελφός του Ορέστη και της Ιφιγένειας. Τότε ο νεότερος Χρύσης και ο Ορέστης ρίχτηκαν μαζί στον Θόαντα και κατόρθωσαν να τον σκοτώσουν , ο Ορέστης παίρνοντας το άγαλμα έφτασε σώος με το πλοίο στις Μυκήνες. Οι Ερινύες επιτέλους σταμάτησαν την καταδίωξη του (8).
ι. Κατ” άλλους, καταιγίδα έριξε τον Ορέστη στη Ρόδο όπου, σύμφωνα με τις προσταγές του Μαντείου του Ήλιου, έστησε το άγαλμα πάνω στα τείχη της πόλης. Μερικοί ισχυρίζονται ότι, επειδή ο Ορέστης έπρεπε να μεταφέρει το άγαλμα κατά διαταγή του Απόλλωνα στην Αττική, η θεά Αθηνά τον επισκέφτηκε στη Σμινθο και του ανακοίνωσε ότι προορισμός του αγάλματος ήταν ο συνοριακός δήμος της Βραυρώνας: έπρεπε να στηθεί εκεί, στο ναό της Ταυροπόλας Άρτεμης, και να εξευμενιστεί με αίμα από το λαιμό άντρας. Διόρισε την Ιφιγένεια Ιέρεια του ναού, όπου κάποτε θα τελείωνε τις μέρες της ειρηνικά, όπως ήταν γραφτό σε εκείνη θα πρόσφεραν τα φορέματα τους όσες πλούσιες γυναίκες θα πέθαιναν πάνω στη γέννα. Σύμφωνα με τούτη την εκδοχή το πλοίο τελικά άραξε στη Βραυρώνα, όπου η Ιφιγένεια τοποθέτησε το άγαλμα και, όσο χτιζόταν ο ναός πήγε μαζί με τον Ορέστη στους Δελφούς , στο ιερό των Δελφών συναντήθηκε με την Ηλέκτρα, την ξανάφερε στην Αθήνα και την πάντρεψε με τον Πυλάδη (9).
κ. Το λεγόμενο αυθεντικό ξύλινο άγαλμα της Άρτεμης των Ταύρων αιώνες αργότερα μπορούσε να το δει κανείς στη Βραυρώνα, μερικοί όμως αναφέρουν ότι επρόκειτο απλώς για αντίγραφο, επειδή το πρωτότυπο το άρπαξε ο Ξέρξης κατά τη διάρκεια εκείνης της άτυχης εκστρατείας του εναντίον της Ελλάδας, και μεταφέρθηκε στα Σούσα αργότερα, προσθέτουν, δωρίστηκε από τον βασιλιά της Συρίας Σέλευκο στους Λαοδικεις οι οποίοι το λάτρευαν. Όσοι πάλι δεν χαρίζονται ευχαρίστως στη φήμη του Ξέρξη λένε ότι ο ίδιος ο Ορέστης άφησε το άγαλμα στη Σελεύκεια, όπου οδηγήθηκε από καταιγίδα, όταν επέστρεφε από τη Χερσόνησο στην πατρίδα του , οι ντόπιοι μάλιστα στη μνήμη του ονόμασαν το όρος Μελάντιο, εκεί όπου επανέκτησε οριστικά τα λογικά του, όρος Αμανων, «μη τρελών». Οι Λυδοι όμως, πού είχαν ένα Ιερό της Άρτεμης Αναιίτιδας, ισχυρίζονταν ότι το άγαλμα βρισκόταν στην κατοχή τους το ίδιο έλεγαν και οι κάτοικοι των Κομανων της Καππαδοκίας, προσθέτοντας ότι η πόλη τους ονομάστηκε έτσι από την κομμένη κόμη του πένθους του Ορέστη πού την άφησε εκεί όταν έφερε τη λατρεία της Ταυροπόλας Άρτεμης στην Καππαδοκία (10).
λ. Άλλοι λένε ότι κρύβοντας ο Ορέστης το άγαλμα σε ένα δεμάτι προσάναμμα το πήγε στην Ιταλική Αρικία, όπου πέθανε και τον έθαψαν, άλλά τα οστά του αργότερα μεταφέρθηκαν στη Ρώμη , το άγαλμα όμως από την Αρικία το έστειλαν στη Σπάρτη, επειδή οι Ρωμαίοι αποστρέφονταν τις ωμότητες της λατρείας της θεάς έχει τοποθέτησαν το άγαλμα στο Ιερό της Όρθιας “Άρτεμης (11).
μ. Οι Σπαρτιάτες αντίθετα ισχυρίζονται ότι το άγαλμα ήταν δικό τους πολύ πριν από την κτίση της Ρώμης. Το είχε φέρει μαζί του ο Ορέστης, όταν έγινε βασιλιάς στη Σπάρτη, και το έκρυψε σε ένα σύδεντρο λυγαριές. Επί αιώνες ολόκληρους είχε ξεχαστεί που βρισκόταν, ώσπου κάποια μέρα δύο πρίγκιπες, ο Αστράβακος και ο Αλώπεκος, εισδύοντας τυχαία στο σύδεντρο αντίκρισαν το αποτρόπαιο άγαλμα όρθιο, μπλεγμένο στις λυγαριές και παραφρόνησαν – εξου και οι προσωνυμίες , Ορθία και Λυγοδέσμα
v. Μόλις βρέθηκε το άγαλμα, στη Σπάρτη ξέσπασε τρικούβερτος καβγάς μεταξύ των αμιλλωμένων πιστών της θεάς, οι οποίοι θυσίαζαν όλοι μαζί στο βωμό της πολλοί σκοτώθηκαν μεταξύ τους μέσα στο ίδιο το Ιερό, ενώ οι υπόλοιποι πέθαναν λίγο αργότερα από πανούκλα. Όταν κάποιο μαντείο συμβούλεψε τούς Σπαρτιάτες να εξευμενίσουν το άγαλμα καταβρέχοντας το βωμό με ανθρώπινο αίμα, οι Σπαρτιάτες έριξαν κλήρο μεταξύ τους και θυσίασαν το θύμα. Αυτή η τελετουργία επαναλαμβανόταν κάθε χρόνο, ώσπου την απαγόρευσε ο βασιλιάς Λυκούργος, ο οποίος απεχθανόταν τις ανθρωποθυσίες στη θέση της όρισε να μαστιγώνονται αγόρια ώσπου να αχνίσει ο βωμός από το αίμα (12). Τα Σπαρτιατόπουλα μια φορά το χρόνο αγωνίζονταν ποίο μπορούσε να αντέξει περισσότερο στο μαστίγιο . Η ιέρεια της Άρτεμης στεκόταν κοντά τους κρατώντας το άγαλμα, το οποίο όσο μικρό και ελαφρό ήταν τόσο είχε συνηθίσει στο αίμα από την εποχή ακόμα των ανθρωποθυσιών των Ταύρων , έτσι λοιπόν όποτε κάποιο αγόρι δεν μαστιγωνόταν αρκετά δυνατά, λόγω της ευγενικής καταγωγής του ή του εξαιρετικού παρουσιαστικού του , το άγαλμα βάραινε τόσο ώστε εκείνη δεν μπορούσε να το κρατήσει και απόπαιρ­νε τούς μαστιγωτές: «Πιο δυνατά! Πιο δυνατά! Θα σωριαστώ κάτω εξαιτίας σας!» (13).
ξ. Δεν πρέπει να δοθεί και μεγάλη πίστη στο παραμύθι ότι η Ιφιγένεια θυσίασε στη θεά την Ελένη και τον Μενέλαο, οι οποίοι, ξεκινώντας να βρουν τον Ορέστη, έφτασαν μέχρι τη χώρα των Ταύρων
hellasforce.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το ιστολόγιο δεν υιοθετεί και δεν φέρει καμία ευθύνη για τα σχόλια των αναγνωστών του. Πλέον, οι αναγνώστες μπορούν να σχολιάζουν με το λογαριασμό τους στο facebook ή με λογαριασμούς από τα υπόλοιπα κοινωνικά δίκτυα. Τα ανώνυμα σχόλια θα παραμείνουν κλειστά όσο υπάρχουν άτομα που κρύβονται πίσω από την ανωνυμία για να προβοκάρουν και να επιτεθούν σε άλλους σχολιαστές για να επιβάλλουν τις απόψεις τους.