Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

Η Εθνική Ελληνική Μειονότητα και οι ελληνοαλβανικές σχέσεις από τη συγκρότηση του αλβανικού κράτους μέχρι και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου

Η Εθνική Ελληνική Μειονότητα και οι ελληνοαλβανικές σχέσεις από τη συγκρότηση του αλβανικού κράτους μέχρι και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου

Οι Έλληνες συνιστούν τη μεγαλύτερη μειονοτική ομάδα στην Αλβανία, αποτελούν μία αυτόχθονη πληθυσμιακή ομάδα (99) και συνδέεται με μια σειρά από προσπάθειες, είτε για την ένωση της Βορείου Ηπείρου με την Ελλάδα είτε για αυτοδιάθεση τους στα πλαίσια του αλβανικού κράτους -πολύ σημαντική περίοδος αποτελεί αυτή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου- αλλά κυρίως για την προάσπιση και το σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων τους από τις αρχές του 20ου αιώνα όταν ιδρύθηκε το αλβανικό εθνικό κράτος.
Η μονομερής δήλωση του 1921 αποτελεί, όπως αναφέραμε, τη νομική αναγνώριση της εθνικής ελληνικής μειονότητας και της απόδοσης δικαιωμάτων σε αυτήν και απαριθμεί τις δεσμεύσεις τις Αλβανίας στους πολίτες της που ανήκουν σε εθνικές, θρησκευτικές ή γλωσσικές μειονότητες. Το καθεστώς προστασίας αφορά τη θρησκευτική ελευθερία και τα γλωσσικά δικαιώματα, κατοχυρώνοντας παράλληλα την αρχή της μη διάκρισης και της ισότητας απέναντι στο νόμο. Η Διακήρυξη έγινε δεκτή από το Συμβούλιο της ΚτΕ την ίδια ημέρα της κατάθεσής της και τέθηκε ρητά υπό την εγγύηση των αρμόδιων οργάνων της. Τα δικαιώματα της εθνικής ελληνικής μειονότητας παρέμειναν μόνο τυπικά σεβαστά επί Χότζα. Το Σύνταγμα του 1946 ανέφερε ότι οι εθνικές μειονότητες απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα σχετικά με την προστασία της πολιτισμικής τους ανάπτυξης και της ελεύθερης χρήσης της γλώσσας τους (άρθρο 39), ενώ το Σύνταγμα του 1977 έδινε εγγυήσεις στις εθνικές μειονότητες για την προστασία και την ανάπτυξη του πολιτισμού και των λαϊκών τους παραδόσεων, τη χρήση της μητρικής τους γλώσσας και τη διδασκαλία της στο σχολείο, καθώς και την ισότητα στην ανάπτυξη σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής (άρθρο 42). Ωστόσο παρότι τα δύο Συντάγματα αναφέρονταν στην ισότητα των πολιτών ανεξαρτήτως εθνικότητας, φυλής ή θρησκείας καθώς και στα δικαιώματα των μειονοτήτων, δεν προσδιόριζαν συγκεκριμένες ομάδες(100), ενώ με το Σύνταγμα του 1946 μεταβιβαζόταν η διαχείριση όλων των σχολείων στο κράτος, αφαιρώντας το δικαίωμα που είχαν προπολεμικά οι ελληνικοί πληθυσμοί. Βέβαια σύμφωνα με τη γενική παραδοχή, το καθεστώς Χότζα έπληξε την εκπαίδευση της μειονότητας στο βαθμό που υποβάθμιζε το επίπεδο ζωής των Ελλήνων και περιόριζε σημαντικά δικαιώματά τους. Η μειονοτική εκπαίδευση αφού πέρασε στον άμεσο έλεγχο του κράτους υποβαθμίστηκε, λόγω της έλλειψης υποδομής και ειδικής κατάρτισης. Στην περίπτωση της Χειμάρρας, το καθεστώς έκλεισε το ελληνικό σχολείο ως μέτρο αντιποίνων για την αρνητικη στάση των κατοίκων της περιοχής στις εκλογές του 1946. Το καθεστώς Χότζα δημιούργησε τις λεγόμενες «μειονοτικές ζώνες» στις οποίες υπήχθησαν 99 οικισμοί των οποίων μητρική γλώσσα ήταν η ελληνική και εξαιρέθηκαν τα ελληνόφωνα χωριά της Χειμάρρας -το 1959 αφαιρέθηκε και η ελληνική εθνικότητα- και η Άρτα της Αυλώνας, όπως και περιοχές με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς (Αργυρόκαστρο, Πρεμετή, κ.ά.).
Δύο θέματα αφορούν την ελληνική μειονότητα αυτήν την περίοδο και αποτελούν μείζονος σημασίας για την ελληνική πολιτική. Το πρώτο ζήτημα σχετίζεται με τον αριθμό της. Το 1930, υπάρχει μια καταγραφή 37.000 Ελλήνων στην Αλβανία και ενώ η αντίστοιχη αύξηση του αλβανικού πληθυσμού μέχρι τη δεκαετία του 1980 είναι τετραπλάσια, και θα έφερνε τον ελληνικό πληθυσμό περίπου στις 150.000, η απογραφή του 1960 κατέγραψε 40.000 Έλληνες, του 1979 49.307 και του 1989 48.758(101) χωρίς να περιλαμβάνεται σε αυτούς ο πληθυσμός της Χειμάρρας. Προφανώς, πρόκειται για αυτούς οι οποίοι ήταν καταγραμμένοι με «Εθνικότητα ελληνική». Το άθροισμα των κατοίκων των αγροτικών οικισμών, μαζί με τους Έλληνες των τριών πόλεων της περιοχής -ακολουθώντας στον αριθμό τους και τις εκτιμήσεις των ίδιων των Ελλήνων της Αλβανίας- και παραδεχόμενοι όλο τον πληθυσμό των ελληνικών χωριών, ξεπερνούσε τις 60.000-61.000 των Ελλήνων στην περιοχή των μειονοτικών ζωνών(102). Η απόκλιση από την αλβανική απογραφή του 1989, αφορά δηλαδή 4.000 ως 5.000 Έλληνες μέσα στις «μειονοτικές περιοχές»(103). Εκτός των «μειονοτικών ζωνών», οι εκτιμήσεις για τον πληθυσμό της ελληνικής μειονότητας είναι σαφώς πιο δύσκολες.

(103). Οι 26500 Έλληνες που δίνει η απογραφή του 1945, αν ακολουθηθεί ο μέσος αλβανικός δείκτης αύξησης της μεταπολεμικής περιόδου (16,05 ανά χίλιους κατοίκους) θα έπρεπε να είναι 74000 το 1989. Berholli A., ''The Greek Minority in the Albanian Republic. A demographic study'', Albanian Catholic Bulletin, vol. XV, San Francisco, 1994, σ. 87-93 και Καλλιβρετάκης Λ., ''Η ελληνική κοινότητα της Αλβανίας από τη σκοπιά της ιστορικής γεωγραφίας και δημογραφίας'', στο Βερεμής Θ. κ.ά. (επιμ.) Ο Ελληνισμός της Αλβανίας, ό.π., σ. 25-58.
Πέρα από το ζήτημα της στέρησης των μειονοτικών δικαιωμάτων ως αποτέλεσμα της μετοίκησης, τίθενται πλέον και άλλες δυσκολίες που αφορούν τον επαναπροσδιορισμό της πραγματικής ταυτότητας των ανθρώπων αυτών, αλλά και της γλώσσας τους στις περιοχές εκτός «μειονοτικών ζωνών»(104). Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στα Τίρανα, όπου η απογραφή δίνει 610 άτομα ως Έλληνες, και δευτερευόντως στην Αυλώνα στην οποία δίνει 200. O αριθμός των Ελλήνων ήταν και είναι στα Τίρανα, αλλά και στην Αυλώνα και στο Δυρράχιο, υπερπολλαπλάσιος των αλβανικών απογραφών, και αυτό είναι αποτέλεσμα της αναγκαστικής μετοίκησης και της εξόδου από τον αγροτικό αλβανικό νότο προς τα αστικά κέντρα.
H σταδιακή αφομοίωση των Ελλήνων που κατοικούσαν εκτός ζώνης, η φυγή πολλών μελών της μειονότητας προς την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τα σημαντικά μεγέθη διασποράς που προέρχονται από την ελληνική μειονότητα, είναι παράγοντες που συμβάλλουν σε σημαντική μείωση του αρχικά υπολογισμένου μέγιστου αριθμού των 150.000, και αναγκαστικά μειώνουν τον αριθμό των Ελλήνων κάτω από τις 100.000. Από την άλλη πλευρά η ελληνική πολιτική υποστήριζε ότι οι Έλληνες της Αλβανίας έφταναν τις 400.000, ενώ μία έρευνα του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ αναφερόταν σε 266.800 Έλληνες(105).
Το δεύτερο ζήτημα αφορά το ποιοί είναι οι Έλληνες της Αλβανίας, αφού το καθεστώς του Χότζα έπληξε την ελληνική μειονότητα. O δύσκολος εντοπισμός της ελληνικής μειονότητας εκτός «μειονοτικής ζώνης»(106) είναι επίσης αποτέλεσμα του επιδιωκόμενου υψηλού βαθμού ένταξης της στην αλβανική κοινωνία, ενώ οι Ελληνόβλαχοι θεωρήθηκαν ως Αλβανοί.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, το καθεστώς Χότζα μετακίνησε εδώ βίαια τους πέντε χιλιάδες ελληνόβλαχους με διαμονή στην παραθαλάσσια περιοχή από τα Εξαμηλια μέχρι την Βρύνα. Ο πληθυσμός αυτός με το κλείσιμο των συνόρων έμεινε στο αλβανικό έδαφος. Συνέχιζε όμως να προέκυπτε εκτός ληξιαρχικών μητρώων και δεν γνώριζε καν τα αλβανικά. Σε απογραφή ενός τμήματος ελληνόβλαχων στην περιοχή της Κολόνια το 1945 σημειώνονταν ως μητρική γλώσσα η βλάχικη και η ελληνική ως ξένη γλώσσα, ενώ δεν αναφέρονταν καν η Αλβανική(107).
Οι εκτοπισθέντες ελληνόβλαχοι εγκαταστάθηκαν στα χωριά της Λιουντζεριάς, Ζαγοριάς και Πωγωνιού, περιοχές από τις οποίες το καθεστώς είχε αφαιρέσεις με τους προαναφερόμενους τρόπους μεγάλο τμήμα ντόπιου πληθυσμού. Μεταξύ αυτών τους φορείς ελληνικής και ελληνίζουσας συνείδησης. Στη Λιουντζεριά οι ελληνόβλαχοι ίδρυσαν μάλιστα και δικά τους χωριά, όπως το Αντών Πότση. Εντάχτηκαν όμως σε αλβανικά σχολεία και αυθαιρέτως η εθνικότητά τους έγινε αλβανική. Το καθεστώς άνοιξε αλβανικά σχολεία και για τους ελληνόβλαχους στο Πωγώνι, μη επιτρέποντας σ' αυτούς να πάνε στα υπάρχοντα ελληνικά σχολεία.
Ωστόσο μεταξύ των ελληνόβλαχων ακολούθησαν οι μαζικές συλλήψεις και βαρύτατες ποινές με μόνιμες κατηγορίες «συνεργάτες των Ελλήνων μοναρχοφασιστών». Εξηνταπέντε ελληνόβλαχοι οδηγήθηκαν στο απόσπασμα, ενώ οι τιμωρίες και ποινές αυτών ανέρχονται σε 1850 χρόνια φυλάκισης. Μέσα σε λίγες δεκαετίες όμως η ελληνικη έμεινε γλώσσα εν δυνάμει και αχρείαστη των παρήλικων. Μάλιστα και η βλάχικη πέρασε σε δεύτερη μοίρα σε χωριά με μικτό αλβανο-βλάχικο πληθυσμό επιτρέποντας όλο το έδαφος στην αλβανική(108).
Στην σημερινή τους εγκατάσταση οι Βλάχοι μπορούν να εντοπιστούν σε δύο τοπικες-γεωγραφικες ενότητες. Η πρώτη κατοικεί στις περιοχές του Πόγραδετς, της Κορυτσάς και της Ερσέκας, της Πρεμετής, και σε μικρότερο βαθμό του Αργυροκάστρου και των Αγ. Σαράντα. Η δεύτερη σημαντική συγκέντρωση εντοπίζεται βόρεια της γραμμής Αυλώνας-Βερατίου μέχρι την Καβάγια. Μετά το 1991 το Κόμμα της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔ), με το οποίο εκπροσωπείται η εθνική ελληνική μειονότητα, έδινε 150.000 βλαχόφωνο πληθυσμό, με ελληνική συνείδηση.
Η κοινωνική ανέλιξη των Ελλήνων της Αλβανίας ήταν ευπρόσδεκτη από το καθεστώς στο βαθμό αφού συνοδεύονταν από απομάκρυνση από την ελληνική εθνική ιδεολογία(109) και στήριξης στο ΚΕΑ το οποίο επέλεξε μία μεταχείριση που συνάδει με το λενινιστικό δόγμα περί μειονοτήτων(110) και η βαθμιαία αφομοίωση των Ελλήνων της Αλβανίας αποτέλεσε την προϋπόθεση ένταξης τους στον αλβανικό εθνικό και κοινωνικό ιστό. Το καθεστώς ακολούθησε μία συστηματική και συνεχή διάβρωση της ελληνικής μειονότητας με διασπορά σε άλλες περιοχές(111), τοποθετήσεις κομματικών και κρατικών υπαλλήλων ελληνικής καταγωγής σε θέσεις εκτός μειονοτικών περιοχών(112), προχώρησε σε αναγκαστική μετακίνηση, εξορία και φυλάκιση Ελλήνων που χαρακτηρίστηκαν αντιφρονούντες προς το καθεστώς(113), και παράλληλη εγκατάσταση Αλβανών στις μειονοτικές περιοχές, ενώ δημιούργησε συνθήκες αποκοπής από τη ελληνική πολιτιστική παράδοση(114).
Η εξορία των Ελλήνων συνδυαζόταν και με την εξορία ολόκληρης της οικογένειας ή την περιθωριοποίηση της στους χώρους διαβίωση της. Η εξορία των Ελλήνων αρχικώς γινόταν στο κάστρο του Αργυροκάστρου και αργότερα συνεχιζόταν στα στρατόπεδα του Σπατς, του Μπουρέλ και του Βλότσιστ αλλά και σε απομακρυσμένα χωριά, όπου στερούνταν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, διατροφής, ενώ βασανιζόταν συστηματικά και το 10-12% των Ελλήνων από τις αμιγείς ελληνικές περιοχές, διώχθηκε.
Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής που αποσκοπούσε στην ένταξη των Ελλήνων στην αλβανική κοινωνία είναι και ο σημαντικός αριθμός των μεικτών γάμων(115). Τα παιδιά που προέρχονται από μεικτούς γάμους στα αλβανικά αστικά κέντρα είχαν πλημμελή ή καθόλου γνώση της ελληνικής γλώσσας και ήταν πλήρως ενσωματωμένα σε μια αλβανική εθνική ταυτότητα.
Μία άλλη μέθοδος για τη διάβρωση της ελληνικής κοινότητας ήταν η ονοματοδοσία σε Έλληνες αλβανικών ονομάτων, ή ιλλυρικών ή νεόκοπων -π.χ. το Μαρεγκλέν ως σύμπτυξη των ονομάτων Μαρξ, Έγκελς, Λένιν- αλλά και η αλλαγή των ελληνικών ονομάτων στους οικισμούς (π.χ. Θεολόγος Αγίων Σαράντα σε Παρτιζάνι, Άγιος Νικόλαος σε Ντρίτα, Μαυρόπουλον σε Μπουρόνια)(116). Αυτό συνδυάστηκε και με τη δημιουργία νέων οικισμών με κατοίκους αλβανούς μουσουλμανικού θρησκεύματος εντός των αμιγών μειονοτικών περιοχών. Για παράδειγμα από τη δεκαετία του 1950 δημιουργήθηκαν νέα χωριά τα λεγόμενα «σοσιαλιστικά χωριά» στους νομούς Αργυροκάστρου (Βαλερέ, Βρυσερά, Ασίμ Ζενέλι, Αντών Πότση, Μπούλιο, κ.ά) και Αγίων Σαράντα (Φιτόρια, Νταβέρα, Γκιάστα, κ.ά)(117). Ακόμη χρησιμοποιήθηκε το καθεστώς της επιτηρούμενης ζώνης στις μειονοτικές περιοχές, της απαγόρευσης της κυκλοφορίας και των κατασταλτικών μέτρων (π.χ. ηλεκτροφόρα σύρματα στα σύνορα με την Ελλάδα, κ.ά.), παρά τη θέληση της Ελλάδας η ύπαρξη της μειονότητας να είναι συντελεστής φιλίας και γέφυρας ανάμεσα στους λαούς(118).
Μετά όμως το 1991 και τις καθεστωτικές αλλαγές, ο αριθμός των μελών της ελληνικής μειονότητας μειώθηκε ακόμη περισσότερο αφού ένα μεγάλος μέρος των Ελλήνων μετανάστευσε προς την Ελλάδα(119). Επίσης η απογραφή του 2001 δεν συμπεριέλαβε την εθνικότητα και γι' αυτόν τον λόγο τα μέλη της εθνικής ελληνικής μειονότητας απείχαν. Υπολογίζεται ότι σήμερα η ελληνική μειονότητα απαρτίζεται από 400.000 μέλη(120). Σήμερα η μειονότητα θεωρείται ως «από πάντα αναγνωρισμένη ως εθνική»(121) κάτι που καταδεικνύει το ιδιαίτερο ιδεολογικό βάρος της ύπαρξης μιας ελληνικής μειονότητας στις σχέσεις Ελλάδας-Αλβανίας, ενώ έχει γίνει αναγνώριση μιας «μακεδονικής» μειονότητας(122), εθνικής μαυροβουνιακής, βλάχικης, ρομά, Αιγυπτίων, κ.ά.
(99).Εκδοτική Αθηνών, Ήπειρος, 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, Αθήνα 1997, σ. 212.
(100).Στο βιβλίο του Σαλάκου, Ν., Γεωγραφία της Αλβανίας για την τέταρτη τάξη του οχτάχρονου σχολείου, Τίρανα, Εκδοτικό Σχολικού Βιβλίου, 1980, σ. 62, αναφερόταν ότι «στην Αλβανία εκτός από τους Αλβανούς ζει και μία πολύ μικρή μειονότητα με Ελληνική και Μακεδονική Εθνικότητα. Στη Λαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αλβανίας οι εθνικές μειονότητες έχουν ίδια δικαιώματα με τον Αλβανικό λαό».
(101).Zanga L. «Albania. Minorities; An overview», Report on eastern Europe, vol. 2, Bo. 50, 1991, σ. 3.
(104).Οι απομονωμένες περιοχές του αλβανικού βορά, αφιλόξενες για τους Έλληνες και τους Αλβανούς του νότου, όπως το Κούκοι και Χάσι της Βόρειας Αλβανίας, ο αριθμός των Ελλήνων που δίνει η απογραφή του 1989, δεν θα πρέπει να θεωρείται ανεδαφικός, ενώ η ίδια απογραφή δίνει για την περιφέρεια της Πρεμετής 442 Έλληνες.
(105).Sherman Α., ο.π., σ. 120.
(106).Winnifrith T., Vlachs of Albania, London 1995, σ. 58-59. Βλ. Kahl Th., Ethnizität und räumliche Verteilung der Aromunen in Südosteuropa; Münster; 1999. Schwandner-Sievers St., "The Albanian Aromanians' Awakening: Identity Politics and Conflicts in Post-Communist Albania", European Center for Minority Issues το 1999 Council of Europe, Report submitted by Albania pursuant to art. 25, para. 1 of the Framework Convention for the Protection of National Minorities, ACFC/SR (2001)5, π. 16. Aκöμη για τους Βλάχους της Aλßαvíας τον 19ο και 20ο αιώνα βλ. Κουκουδης A., Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, Θεσσαλονίκη, εκδ. Ινστιτούτο Aμυvτικώv Aναλύσεων - Ζήτρος, 2000.
(107).Πότση Σ., Επιστημονικές μελέτες 5, Πανεπιστήμιο Aργυροκάστρου 2001, σελ 139.
(108).Πότση Σ., ο.π., σ. 139-140.
(109).Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το εγκυκλοπαιδικό λεξικό της Ακαδημίας Επιστημών της Λαϊκής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Αλβανίας δεν παραδεχόταν το αυτόχθονο και τη μακραίωνη παρουσία της ελληνικής μειονότητας αναφέροντας ότι «οι κάτοικοι της Δρόπολης αφίχθηκαν εδώ το 18ο αιώνα ως κολίγοι στα τσιφλίκια των αλβανών γαιοκτημόνων». H Χειμάρρα αναφερόταν ότι είναι μία ιλλυρική πόλη, ενώ οι περιοχές των Αγίων Σαράντα και Δελβίνου δεν αναφερόταν καν ως περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς. Βλ. Akademia e Shkencave e Republik Popullare Socialist te Shqiperise, Fjalor enciklopedik, Tirane 1985, σ. 270, 345-346.
(110).Κωφός E., Βαλκανικές μειονότητες στα κομμουνιστικά καθεστώτα, Θεσσαλονίκη 1960, σ. 27.
(111).Βίκερς M., Αλβανοί, Αθήνα, εκδ. Οδυσσέας, 1997, σ. 311.
(112).Στη δεκαετία του 1980 μόνο στον αλβανικό βορρά διορίστηκαν περισσότερα από 300 στελέχη της ελληνικής κοινότητας. Μπάρκας Π., «Η ελληνική μειονότητα επί καθεστώτος Χότζα», στο Τσιτσελίκης - Χριστόπουλος, ό.π., σ. 225-264
(113).Τσάκας Α., Το χρονικότης πολύχρονης τραγωδίας της Βορείου Ηπείρου. Μαρτυρολόγιο Βορειοηπειρωτών, Ιωάννινα, εκδ. Ίδρυμα Βορειοηπειρωτικών Ερευνών, 1999.
(114).Σύνδεσμος Συνταξιούχων Ελληνοδασκάλων Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας Βορείου Ηπείρου, Ααογραφικά Σύμμεικτα της εθνικής ελληνικής μειονότητας Βορείου Ηπείρου, Αργυρόκαστρο 2004. Κατσαλίδας Γ., Η ταυτότητα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, Ιωάννινα, εκδ. Ίδρυμα Βορειοηπειρωτικών Ερευνών, 2004. Ντάγιος
Σ., Αποκληρωμένο έθνος. Η λαϊκή λογοτεχνία των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου, Θεσσαλονίκη, εκδ. Κυρομάνος, 1997, σ. 18. ιδίου Η ελληνική γλωσσική παιδεία και ο πολιτισμός της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία κατά τη διάρκεια του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 67. Για τα έργα Ελλήνων μειονοτικών που πρόβαλλαν το καθεστώς βλ. τα βιβλία του Τσούκα Π., Αεύτερη ζωή, Τίρανα 1953, Αόγια καρδιάς, Τίρανα 1981 και Τραγούδια της ξενιτιάς, Τίρανα, χ.χ.
(115).Οι εξευτελιστικές αποδοχές ανάγκαζαν τους Έλληνες να βρουν με οποιονδήποτε τρόπο και όρους (κυρίους με μικτούς γάμους) καταφύγιο στις πόλεις και τα άλλα αστικά κέντρα. Εδώ θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η διάχυση της ελληνικής διανόησης στην αλβανική επικράτεια ή για ανάγκες του καθεστώτος, ή διότι το επάγγελμά τους δεν είχε καμιά σχέση με την οικονομικό-κοινωνική ανάπτυξη των ελληνικών περιοχών. Το 50% στις πόλεις του Αργυροκάστρου, των Αγίων Σαράντα και του Δελβίνου ανήκουν στην κατηγορία των μικτών γάμων. Επίσης ο πληθυσμός της πόλης της Χειμάρρας το 1990 ανέρχονταν στις 8,5 χιλιάδες. Ο αριθμός των φυλακισμένων επί κομμουνιστικού καθεστώτος για πολιτικούς λόγους ανέρχεται σε 2.700 άτομα με ποινές φυλάκισης από 12-25 χρόνια, πέντε άτομα εκτελέστηκαν, τρία άτομα δικάστηκαν με 101 χρόνια. 100 οικογένειες εκτοπίστηκαν. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με στοιχεία του συλλόγου Χειμαρριωτών, ο αριθμός Χειμαρριωτών στην αλβανική επικράτεια, κυρίως στις πόλεις Τίρανα, Δυρράχιο, Αυλώνα, Φίερι και Λιούσνια υπολογίζεται στις δέκα χιλιάδες. Ενώ ο αριθμός των χειμαρριωτών απόφοιτων των αλβανικών πανεπιστημίων αγγίζει τα 380 άτομα. Στη Δρόβιανη στην περίοδο του Χότζα, 29 άτομα φυλακίστηκαν και 8 εκτελέστηκαν. Από τους 18 ελληνοδιδάσκαλους που σπούδασαν στην Ελλάδα, 7 φυλακίστηκαν και 9 απέδρασαν στην Ελλάδα για να σωθούν.
Ταυτόχρονα 122 Δροβιανίτες είναι απόφοιτοι πανεπιστημίων στην Αλβανία. Από αυτούς μόνο 14 υπηρέτησαν στην περιοχή και οι υπόλοιποι στην υπόλοιπη Αλβανική επικράτεια. Λόγω των διωγμών και των δύσκολων συνθηκών ζωής απομακρύνθηκαν από το χωριό 135 οικογένειες. Σαν αποτέλεσμα αν το 1913 αριθμούσε 1 630 κάτοικους. Το 1990 είναι μόλις 780 κάτοικοι.
Η Πολύτσιανη το 1913 αριθμούσε 1650 κατοίκους. Το 1985 στο χωριό κατοικούσαν 585 άτομα ή 136 οικογένειες Ελλήνων και 23 οικογένειες Αλβανών αξιωματικών. Το χωριό είχε 19 φυλακισμένους, ή 680 χρόνια φυλάκισης και 95 καταδιωγμένες οικογένειες. Από την Πολύτσιανη απομακρύνθηκαν 250 οικογένειες και μόνο στην Αυλώνα αριθμούνται 156 πολυτσιανίτικες οικογένειες. Στη Δίβρη ο πληθυσμός της 1899 ανέρχονταν, σε 1100 άτομα. Το 1990 σε 700 άτομα. Μέχρι το 1967 οδηγήθηκαν στις φυλακές 35 Διβριώτες, πέντε απ' αυτούς ήταν γυναίκες. Τα συνολικά χρόνια φυλάκισης ανέρχονται σε 268. Τέσσερις καταδικάστηκαν με θανατική ποινή και δυο πέθαναν στη φυλακή. Στην ίδια περίοδο, 25 άτομα απέδρασαν προς Ελλάδα. Ως αντίποινα 17 οικογένειες εκτοπίστηκαν.
(116).Υπ. Αρ. 225/23.9.1975 απόφαση του προεδρείου της Λαϊκής βουλής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλβανίας.
(117).Παπαδόπουλος Γ.Χ., ό.π., σ. 190.
(118). Ο Έλληνας Υπουργός εξωτερικών K. Παπούλιας μετά την επίσκεψή του στην Αλβανία (Νοέμβριος 1987) Αντωνόπουλος H., ό.π., σ. 42.
(119).Fekrat B., Ethnic-Greeks in Albania, Update Jonathan Fox (1995), Lyubov Mincheva (1999), σ. 8.
(120).Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Der Spiegel στις 30 Μαρτίου 1992, o αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος Σαλί Μπερίσα (Sali Berisha) δήλωνε ότι η ελληνική μειονότητα στην Αλβανία δεν υπερβαίνει τα 45.000 άτομα.
(121).Είναι ενδεικτική η θέση που της αφιερώνει η Πρώτη Έκθεση εφαρμογής της Συμβασης-πλαισίου για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων της Αλβανίας, ως της σημαντικότερης εθνικής μειονότητας στην Αλβανία.
(122).Κατά τη διάρκεια του καθεστώτος Χότζα είχε αναγνωριστεί «μακεδονική» μειονότητα με πληθυσμό 4.697 σύμφωνα με την απογραφή του 1989. Poulton H., The Bakans. Minorities and states in conflict, London 1993, σ. 195, σ. 201-202.
Πηγή: Θεοφάνης Μαλκίδης, Η Εθνική Ελληνική μειονότητα στην Αλβανία, Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αμερικής, 2007.
* Ο Θεοφάνης Μαλκίδης είναι διδάκτωρ Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών και ασχολείται ερευνητικά με την Πολιτική, την Οικονομία και Κοινωνία στα Βαλκάνια και στον Εύξεινο Πόντο. Είναι μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για την μελέτη των γενοκτονιών και έχει τιμηθεί από το Συμβούλιο Τύπου των Εθνικών Κοινοτήτων του Καναδά για την συνεισφορά του στην προαγωγή του πολιτισμού και την αλληλοκατανόηση μεταξύ των Εθνικών Κοινοτήτων. Κυριότερα έργα του είναι: "Προσαρμογή και συγκρότηση της αγροτικής κοινωνίας στο ελλαδικό κράτος", "Αγροτική Κοινωνιολογία, Γενικές αρχές Κοινωνιολογίας", "Η αρμενική γενοκτονία και το δικαίωμα στη μνήμη", "Aspects of Greek social life in Black Sea", "La situation de la Minorite Grecque en Albanie. A l`egard du Droit International relatif a la protection des Minorites. Dimensions Politiques et Juridques" (σε συνεργασία με τον Στέφανο Αμπατζή), "Κοινωνία και μειονότητες στη χερσόνησο του Αίμου. Η Αλβανία και η ελληνική κοινότητα στη Χιμάρα" (σε συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Δημητρόπουλο).
aftonomi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το ιστολόγιο δεν υιοθετεί και δεν φέρει καμία ευθύνη για τα σχόλια των αναγνωστών του. Πλέον, οι αναγνώστες μπορούν να σχολιάζουν με το λογαριασμό τους στο facebook ή με λογαριασμούς από τα υπόλοιπα κοινωνικά δίκτυα. Τα ανώνυμα σχόλια θα παραμείνουν κλειστά όσο υπάρχουν άτομα που κρύβονται πίσω από την ανωνυμία για να προβοκάρουν και να επιτεθούν σε άλλους σχολιαστές για να επιβάλλουν τις απόψεις τους.