Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

B’ Καρχηδονιακός πόλεμος (218 – 201 π.Χ)……μέρος 2ο

Μάχη της Ζάμα_πηγή wikimedia commons


Μάχη της Ζάμα_πηγή wikimedia commons
Η ανάκαμψη της Ρώμης
Οι Κάννες υπήρξαν το κομβικό σημείο στην εκστρατεία του Αννίβα, η οποία διήρκεσε επιπλέον δεκατρία χρόνια και σημείωσε πολλές επιτυχίες πριν τελικά επιστρέψει στην Αφρική. Το σχέδιό του παρέμεινε το ίδιο – να επιφέρει ήττες στο Ρωμαϊκό στρατό ελπίζοντας να διασπάσει το σύστημα των συμμαχιών και να τους αναγκάσει να συνθηκολογήσουν. Αυτό είχε αποδώσει καρπούς στο βόρειο τμήμα της Ιταλίας, όπου ο Αννίβας είχε τη δυνατότητα να στρατολογεί Κελτικά στρατεύματα και μετά τις Κάννες άρχισε να αποδίδει στη νότια Ιταλία, όπου μια σειρά από πόλεις άλλαξε στρατόπεδο, με σημαντικότερη την Κάπουα, η οποία ακολούθησε τον Αννίβα αμέσως μετά τις Κάννες.

Η Ρωμαϊκή απάντηση σε αυτό ήταν να εκμεταλλευθεί την «ευπάθεια» του Αννίβα, δηλαδή τους συμμάχους του. Αντί λοιπόν να χρησιμοποιεί έναν ενιαίο μεγάλο στρατό, η Ρώμη άρχισε να αναπτύσσει πολλούς μικρότερους στρατούς. Δεν την ενδιέφερε πόσο γρήγορα μπορούσε να κινηθεί ο Αννίβας, καθώς ήταν αδύνατον να αντιμετωπίσει όλες τις Ρωμαϊκές στρατιές, αφήνοντας τους συμμάχους του να αμύνονται αντί αυτού. Παρά τις ήττες και τις αποστασίες, η Ρώμη μπορούσε να παρατάξει στο πεδίο της μάχης πολύ μεγαλύτερες στρατιές από τον Αννίβα και να αναπληρεί τις απώλειες ευκολότερα. Εξάλλου είναι χαρακτηριστικό ότι το 214 π.Χ μόνο ένας στόλος είχε καταφθάσει με ενισχύσεις, ενώ όπως θα δούμε παρακάτω μια ακόμη προσπάθεια να ενισχυθεί μέσω Ισπανίας δεν ευοδώθηκε. Οι επιλογές να δημιουργηθούν στρατιές αποτελούμενες από Ιταλικά στρατεύματα με Καρχηδόνιους διοικητές, ήσαν ανεπιτυχείς, αφήνοντας τον στρατό του Αννίβα ως την μόνη δύναμη που ήταν ικανή να νικήσει τα Ρωμαϊκά στρατεύματα. Με αυτόν τον τρόπο πέτυχε μερικές ακόμα αξιόλογες νίκες, όπως το 212 π.Χ όταν κατενίκησε στρατό 16.000 ανδρών στην μάχη της Κάπουα και το 210 π.Χ στην μάχη της Λουκάνια (Νουμίστρο) έναν ακόμα αποτελούμενο από 7.000 άνδρες.
Προς στιγμή ο Αννίβας φαινόταν ότι βρισκόταν κοντά στην επιτυχία. Κατά την διάρκεια του χειμώνα, του 215 – 216 π.Χ κατέλαβε την πόλη Κασίλινουμ, καθιστώντας την Κάπουα λιγότερο ευπρόσβλητη σε τυχόν Ρωμαϊκή επίθεση και το 212 π.Χ κατέλαβε την πόλη του Τάραντα. Ωστόσο, η Ρωμαϊκή φρουρά κατάφερε να διατηρήσει τον έλεγχο της ακρόπολης, γεγονός που μείωσε την χρησιμότητα του λιμανιού με αποτέλεσμα να μην φθάσουν οι αναμενόμενες ενισχύσεις. Το 212 π.Χ η τύχη του Αννίβα άρχισε να αλλάζει. Οι Ρωμαίοι πολιόρκησαν την Κάπουα αναγκάζοντας τον Αννίβα να μετακινηθεί προκειμένου να υπερασπιστεί το σημαντικότερο σύμμαχό του. Όμως οι Ρωμαίοι δεν ήταν διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν μια μάχη και παρέμειναν οχυρωμένοι στις θέσεις τους.
Ο Αννίβας ξεκίνησε επίθεση στις Ρωμαϊκές γραμμές, φροντίζοντας να συμπίπτει χρονικά με ταυτόχρονη επίθεση από την Κάπουα, αλλά αμφότερες οι επιθέσεις αποκρούστηκαν. Σε αυτό το σημείο ο Αννίβας αποφάσισε να βαδίσει κατά της Ρώμης και για σύντομο χρονικό διάστημα στρατοπέδευσε έξω από την πόλη, χωρίς όμως να ανησυχήσει τους κατοίκους αφού σύντομα αναγκάστηκε να αποχωρήσει, μη αφήνοντας στην Κάπουα άλλη επιλογή από το να παραδοθεί. Δύο χρόνια αργότερα, το 209 π.Χ ο Τάραντας παραδόθηκε στην Ρώμη.
Η Ρώμη υπήρξε εξαιρετικά γενναιόδωρη στις πόλεις που επέστρεψαν στην Ρωμαϊκή κυριαρχία εθελοντικά και μόλις το «πολεμικό κλίμα» άρχισε να στρέφεται εναντίον του Αννίβα, πολλές εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να αποδεσμευθούν από τους Καρχηδόνιους.
Η Ρώμη αντιμετώπισε μια ακόμη απειλή στην Ιταλία. Το 208-7 π.Χ, ο αδελφός του Αννίβα Ασδρούβας Βάρκας ακολουθώντας τα βήματά του αδελφού, πέρασε από την Ισπανία, στην Ιταλία, με ένα νέο στρατό, προκαλώντας πανικό στη Ρώμη. Αυτή τη φορά η Ρωμαϊκή απάντηση ήταν περισσότερο αποτελεσματική. Παρέταξε έναν στρατό, υπό τον ύπατο Σαλινάτορα στο Αρίμινουμ, ενώ ένας άλλος υπό τον Βάρωνα τοποθετήθηκε στην άλλη πλευρά των Απέννινων, αποκλείοντας με αυτόν τον τρόπο τις δύο διαδρομές που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ο Ασδρούβας για να κινηθεί νότια. Ο Ασδρούβας τότε άρχισε την πολιορκία στην Πλακεντία και ταυτόχρονα απέστειλε μήνυμα στον αδελφό του ο οποίος βρισκόταν νότια. Ωστόσο, καμία προσπάθεια δεν ευοδώθηκε. Η πολιορκία εγκαταλείφθηκε, ενώ οι αγγελιοφόροι εξουδετερώθηκαν
Γνωρίζοντας τα σχέδια του Ασδρούβα, ο δεύτερος ύπατος Γάιος Κλαύδιος Νέρων, οδήγησε το καλύτερο τμήμα του στρατού του από την νότια Ιταλία και ενώθηκε με τον Σαλινάτορα για να αντιμετωπίσουν τον Ασδρούβα, ο οποίος επεχείρησε να υποχωρήσει αλλά εγκλωβίσθηκε από τους δύο στρατούς στον ποταμό Μέταυρο. Στην μάχη που επακολούθησε ο Καρχηδονιακός στρατός εξοντώθηκε και ο Ασδρούβας σκοτώθηκε. Η τελευταία πραγματική απειλή για την Ρώμη είχε εξουδετερωθεί.
Ένας ακόμη στρατός 14.000 ανδρών υπό τον άλλον αδελφό του ΑννίβαΜάγωνα αντιμετωπίσθηκε με επιτυχία και ο Μάγων πέθανε από τις πληγές του ενώ επέστρεφε στην Αφρική.
Ο Αννίβας επρόκειτο σύντομα να επιστρέψει στην Καρχηδόνα, διότι ενώ η εκστρατεία στη νότια Ιταλία, συνεχιζόταν με κάποια επιτυχία, η κατάσταση σε άλλα μέτωπα του πολέμου είχε στραφεί κατά της Καρχηδόνας. Με την Ισπανία και Σικελία, σταθερά υπό Ρωμαϊκό έλεγχο, η ίδια η Καρχηδόνα καθίστατο ευάλωτη και το 203 π.Χ, ο Αννίβας με τμήμα του στρατού του, έπλευσε στην Καρχηδόνα, για την τελική αναμέτρηση του πολέμου. Μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές εκστρατείες της ιστορίας είχε φθάσει στο τέλος. Ο Αννίβας ουδέποτε έχασε μεγάλη μάχη στην Ιταλία, αλλά ο πόλεμος είχε χαθεί.
Μικρότερα θέατρα επιχειρήσεων
Μακεδονία
Αν και ο δεύτερος Καρχηδονιακός πόλεμο επεκτάθηκε στην Ελλάδα και έγινε γνωστός ως Α’ Μακεδονικός πόλεμος (215-205 π.Χ) εντούτοις ήταν περιθωριακός καθότι δεν ενεπλάκησαν Καρχηδονιακά στρατεύματα και όχι περισσότερες από μια Ρωμαϊκή λεγεώνα. Ο πόλεμος ξεκίνησε από τον Φίλιππο Ε΄ της Μακεδονίας, που ανησυχούσε για την Ρωμαϊκή επέκτασή στην Ιλλυρία, στα δυτικά σύνορά του. Ενθαρρυμένος από τις επιτυχίες του Αννίβα κατά της Ρώμης, ειδικά μετά την μάχη των Καννών, συνήψε συμμαχία με τον Αννίβα και ξεκίνησε επίθεση κατά των Ρωμαίων. Η επίθεση αυτή αντιμετωπίσθηκε εύκολα, αλλά για μια σύντομη περίοδο η Μακεδονική Συμμαχία είχε προκαλέσει πανικό στη Ρώμη, φοβούμενη εισβολή στην Ιταλία. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στο ότι η συνθήκη μας παρέχει μια σπάνια ευκαιρία ανάλυσης των στόχων του Καρχηδονικού πολέμου. Η συμφωνία Αννίβα – Φιλίππου κατεδείκνυε ότι αμφότεροι ανέμεναν την επιβίωση της Ρώμης με μειωμένες δυνάμεις, σκοπεύοντας να την χρησιμοποιούν έκτοτε ως φόβητρο στις διαπραγματεύσεις με τους υποψήφιους συμμάχους τους.
Χάρτης Μεσογείου το 218 π.Χ_πηγή wikipedia
Χάρτης Μεσογείου το 218 π.Χ_πηγή wikipedia
Ο πόλεμος στην Ελλάδα σύντομα επεκτάθηκε σε μάχες εξουσίας, μετά την κατάρρευση της Μακεδονικής κυριαρχίας. Το 211 π.Χ η Ρώμη υπέγραψε συμμαχία με την Αιτωλική Συμπολιτεία, μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις στην Ελλάδα και ο Φίλιππος βρέθηκε να βάλλεται ταυτόχρονα από πολλές πλευρές. Τονίζεται ότι η παρουσία του στο πεδίο της μάχης συνέβαλλε να κερδηθεί μια σειρά μαχών, ενώ αντιθέτως οι Μακεδόνες υφίσταντο ήττες όταν απουσίαζε. Ωστόσο, το 207 π.Χ οι σύμμαχοί του στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, πέτυχαν μια μεγάλη νίκη επί των Σπαρτιατών στην μάχη της  Μαντινείας όπου ο  στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας Φιλοποίμην νίκησε τον ΣπαρτιάτηΜαχανίδα και η Αιτωλική Συμπολιτεία συνθηκολόγησε με τον Φίλιππο. Η Ρώμη και Μακεδονία υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης το 205 π.Χ (συνθήκη της Φοινίκης) με όρους σχετικά ευνοϊκούς για την Μακεδονία. Η κύρια κληρονομιά του πολέμου ήταν μια μεγάλη απογοήτευση της Ρώμης προς τον Φίλιππο, που έβλεπαν να τους επιτίθεται όταν ευρίσκοντο σε αδύναμη θέση και η οποία γρήγορα οδήγησε στον B’ Μακεδονικό Πόλεμο.
Σικελία
Η Σικελία υπήρξε το κύριο θέατρο του πολέμου κατά τη διάρκεια του Α’ Καρχηδονιακού πολέμου, αλλά κατά τον δεύτερο πόλεμο δεν είχε την ίδια σπουδαιότητα. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, η Σικελία χωρίστηκε σε μια Ρωμαϊκή επαρχία στη Δύση και σε μια επαρχία στα ανατολικά υπό τον έλεγχο των Συρακουσών, η οποία διοικείτο από τον Ιέρωνα, ο οποίος ήταν σύμμαχος της Ρώμης από τον πρώτο πόλεμο. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος το 218 π.Χ, η πρώτη σκέψη της Ρώμης ήταν να χρησιμοποιήσει την Σικελία, ως βάση για να εισβάλει στην Αφρική, αλλά οι επιτυχίες του Αννίβα στην Ιταλία, ακύρωσαν τον σχεδιασμό. Αυτό ήταν μια ένδειξη του πόσο ασφαλείς αισθάνονταν οι Ρωμαίοι στην Σικελία, ώστε το 216 π.Χ τα στρατεύματα που έδρευαν στο νησί αντικαταστάθηκαν από τις δύο λεγεώνες που επιβίωσαν στις Κάννες μετά την μεγάλη νίκη του Αννίβα . Ωστόσο, η «εγγύηση» αυτή ήταν βραχύβια. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 216-215 π.Χ, ο Ιέρων πέθανε, μετά από πενήντα χρόνια διοίκησης στις Συρακούσες και τον διαδέχθηκε ο εγγονός του, που άρχισε τις διαπραγματεύσεις με την Καρχηδόνα, αλλά δολοφονήθηκε μετά από δεκατρείς μήνες.
Οι Συρακούσες παρέμειναν ελεγχόμενες από μια φατρία φιλικά προσκείμενη στη Ρώμη, αλλά υπήρχε η ισχυρή φιλο – Καρχηδονιακή φράξια του Ιπποκράτη καιΕπικύδη, δύο αδελφών που ανήκαν στο Καρχηδονιακό πολιτικό στρατόπεδο. Το 214 π.Χ εξελέγησαν στις ανώτερες θέσεις της ιεραρχίας, αλλά το Ρωμαϊκό στοιχείο ήταν ακόμα ισχυρό και έτσι ο Ιπποκράτης εστάλη να διοικήσει την φρουρά στο Λεοντίνιο, στο οποίο κατέφθασε σύντομα και ο αδελφός του. Η εγκατεστημένη φρουρά η οποία περιελάμβανε μεγάλο αριθμό αποστατών του Ρωμαϊκού στρατού καθοδηγούμενη από τους αδελφούς ανεκήρυξε το Λεοντίνιο ανεξάρτητη επαρχία και άρχισαν να λεηλατούν τη Ρωμαϊκή επαρχία. Ο Μάρκος Κλαύδιος Μάρκελλος ως ο υπεύθυνος ύπατος για την Σικελία, επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στην πόλη συλλαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος της φρουράς, αλλά όχι τους αδελφούς οι οποίοι αφού κατάφεραν να δραπετεύσουν και να νικήσουν μια δύναμη Συρακουσίων οι οποίοι είχαν σταλεί για να βοηθήσουν τους Ρωμαίους, κατόρθωσαν να θέσουν υπό έλεγχο τις Συρακούσες, καθιστώντας τον πόλεμο με την Ρώμη αναπόφευκτο.
Ο Μάρκελλος αποφάσισε να επιτεθεί και την άνοιξη του 213 π.Χ προσπάθησε να καταλάβει αιφνιδιαστικά την πόλη, σηματοδοτώντας την έναρξη της πολιορκίας των Συρακουσών, μια από τις μεγαλύτερες στην αρχαία ιστορία. Τα αμυντικά έργα της πόλης ήταν από τα καλύτερα που υπήρχαν, έχοντας αναβαθμιστεί πρόσφατα με τη βοήθεια του Αρχιμήδη, ο οποίος είχε σχεδιάσει μια σειρά από επαναστατικές πολιορκητικές μηχανές και τελικά σκοτώθηκε από έναν Ρωμαίο στρατιώτη κατά λάθος, παρά τις ρητές διαταγές να μην πειραχθεί. Ο Μάρκελλος πήρε το ένα τρίτο του στρατού προκειμένου να επιτεθεί σε δυνάμεις ανταρτών, ενώ άφησε το υπόλοιπο του στρατού υπό τον Άππιο Κλαύδιο Πούλχερο να διεξάγει την πολιορκία της πόλης. Ωστόσο, αυτό το σχέδιο, χρειάστηκε να αναβληθεί όταν η Καρχηδόνα απαντώντας στην πρόκληση έστειλε στη Σικελία στρατό 28.000 ανδρών.
Αρχιμήδης σκεπτόμενος_πίνακας του Fetti_1620_μουσείο Δρέσδης_πηγή wikipedia
Αρχιμήδης σκεπτόμενος_πίνακας του Fetti_1620_μουσείο Δρέσδης_πηγή wikipedia
Ενώ ο νέος στρατός μετακινείτο ανατολικά κατά μήκος της νότιας ακτής της Σικελίας, καταλαμβάνοντας τον Ακράγαντα, ο Μάρκελλος αντιμετώπισε και εξολόθρευσε μια δύναμη Συρακουσίων που μόλις είχε ξεκινήσει από τις Συρακούσες, προκειμένου να ενισχύσει τους Καρχηδόνιους. Ο Ρωμαϊκός στρατός το 212 π.Χ γύρω από τις Συρακούσες ενισχύθηκε, ενώ οι Καρχηδόνιοι κατευθύνθηκαν στο εσωτερικό, σε μια προσπάθεια να «μειώσουν» τον αριθμό των Ρωμαϊκών συμμάχων. Η πολιορκία σταδιακά εξελισσόταν υπέρ των Ρωμαίων, για να ευνοηθούν ακόμη περισσότερο όταν επιδημία πανούκλας σκότωσε σχεδόν όλους τους Καρχηδόνιους και επιπλέον προς το τέλος του έτους, η τελευταία μεγάλη Καρχηδονιακή αποστολή προμηθειών απέτυχε. Τελικά η πόλη παραδόθηκε.
Η κατάληψη όμως των Συρακουσών δεν έδωσε στους Ρωμαίους απόλυτη κυριαρχία στην Σικελία. Το 211 π.Χ ένας νέος διοικητής των Καρχηδονιακών δυνάμεων, με ελαφρώς ενισχυμένο στρατό, ξεκίνησε την αντίσταση από τον Ακράγαντα. Οι μεγαλύτερες επιτυχίες τους προήλθαν από μια δύναμη Νουμιδικού ιππικού, που επέδραμε στα Ρωμαϊκά εδάφη, αν και οι Ρωμαίοι κέρδισαν μια νίκη στον ποταμό Ιμέρα, όταν απουσίαζε ο αρχηγός των Νουμίδων Μούτινος. Η Ρωμαϊκή νίκη ήρθε τελικά το 210 π.Χ όταν ο νέος διοικητής,Μάρκος Βαλέριος Λαίβινος, αποφάσισε να επιτεθεί στον Ακράγαντα. Το έργο του έγινε ευκολότερο όταν ο Καρχηδόνιος διοικητής, έπαυσε τον Μούτινο και τον αντικατέστησε με τον γιό του. Οι Νουμιδοί που εν τω μεταξύ είχαν παραμείνει πιστοί στον Μούτινο όταν οι Ρωμαίοι έφτασαν στην πόλη, άνοιξαν μια από τις πύλες για να εισέλθουν και να καταλάβουν την πόλη. Η απώλεια της τελευταίας μεγάλης βάσης τους σήμανε και το τέλος της κυριαρχίας των Καρχηδονίων στην Σικελία.
Η πλειοψηφία των αποστατών πόλεων γρήγορα επανήλθε στην Ρωμαϊκή πλευρά και το νησί παρέμεινε ασφαλές για το υπόλοιπο του πολέμου. Αυτή η νίκη ήταν σημαντική για διάφορους λόγους. Ήταν η πρώτη μεγάλη Ρωμαϊκή νίκη του πολέμου ενισχύοντας σημαντικά το ηθικό. Εμπόδισε την Καρχηδόνα από τη χρήση της Σικελίας ως βάσης για την ενίσχυση του Αννίβα στην Ιταλία. Τέλος τα σιτηρά της Σικελίας συνέβαλαν στη σίτιση του λαού της Ρώμης και των λεγεώνων στο πεδίο της μάχης.
Ισπανία
Γάιος και Πόπλιος Σκιπίων
Ενώ ο Αννίβας προέλαυνε στην Ιταλία, ο Ρωμαϊκός στρατός υπό τον Πόπλιο αποστέλλεται στην Ισπανία. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν κοντά στην Μασσαλία, αλλά ο Αννίβας απέφυγε να δώσει μάχη. Ο Πόπλιος επέστρεψε στην Ιταλία για να τον αντιμετωπίσει, αλλά έστειλε το μεγαλύτερο μέρος του στρατού υπό τον αδελφό του Γάιο Σκιπίωνα στην Ισπανία. Ο Ρωμαϊκός στρατός αποβιβάσθηκε στο Εμπόριον, βόρεια του ποταμού Έβρου, ανεβάζοντας την δύναμη σε 25.000 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων των στρατολογημένων ντόπιων κατοίκων.
Ο Καρχηδονιακός έλεγχος της Ισπανίας δεν ήταν διασφαλισμένος. Η καρδιά της Καρχηδονιακής επαρχίας ήταν μια μικρή περιοχή γύρω από την Νέα Καρχηδόνα και την Γάδειρα (πόλη κοντά στις Ηράκλειες στήλες). Οι Καρχηδονιακές κατακτήσεις νότια του Έβρου, ελέγχονταν χαλαρά, ενώ η περιοχή βορείως του Έβρου είχε διαλυθεί από τον Αννίβα και οι Ισπανικές φυλές ήσαν «άστατες» αλλάζοντας συνεχώς πλευρά. Αυτή η αδυναμία αιτιολογεί την αντίδραση των Καρχηδονίων. Ο Χάννο ο οποίος ήταν Indibilis (Ισπανός αρχηγός φυλής) και διοικητής των βορείων περιοχών, αντιμετώπιζε τους Ρωμαίους με μόνο 11.000 άνδρες και δεν ήθελε να πολεμήσει. Το αποτέλεσμα ήταν να ηττηθεί στη μάχη του Κίσσα (κοντά στην σύγχρονη Ταραγόνα) και να συλληφθεί αιχμάλωτος
Στον απόηχο της Ρωμαϊκής νίκης, οι περισσότερες κοινότητες βόρεια του Έβρου γρήγορα αυτομόλησαν στη Ρώμη. Ο Ασδρούβας Βάρκας οδήγησε με επιτυχία μια ναυτική δύναμη κατά του Ρωμαϊκού στόλου, αλλά επειδή ήταν μικρή σε δύναμη για να παραμείνει με ασφάλεια βόρεια του Έβρου, υποχώρησε νότια αφήνοντας την Ρώμη με μια ασφαλή βάση στη βόρεια Ισπανία. Για τα επόμενα χρόνια, οι δύο πλευρές ασχολούνται με ελιγμούς τακτικής. Στις αρχές του 215 π.Χ μια ακόμη προσπάθεια του Ασδρούβα να οδηγήσει ένα στρατό κατά μήκος της διαδρομής προς την Ιταλία, απέτυχε και ηττήθηκε στη μάχη του Ίβηρα. Σε γενικές γραμμές η Ρώμη βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση στην Ισπανία, αλλά η πρόοδος ήταν αργή.
Πανωλεθρία των Ρωμαίων
Ο Πόπλιος και ο Γάιος Σκιπίων το 211 π.Χ αποφάσισαν να εξαπολύσουν σφοδρή επίθεση. Οι τρεις Καρχηδονιακοί στρατοί στην Ισπανία για πρώτη φορά ήσαν συγκεντρωμένοι και οι Ρωμαίοι αισθάνονταν αρκετά ισχυροί για να τους νικήσουν όλους. Αυτήν η αυτοπεποίθηση ενισχύθηκε και από το γεγονός της ένταξης στον Ρωμαϊκό στρατό 20.000 Κελτο-Ιβήρων συμμάχων. Ο Ρωμαϊκός στρατός χωρίσθηκε σε δύο τμήματα, το ένα τρίτο υπό τον Γάιο, τα δύο τρίτα υπό τον Πούπλιο και ξεκίνησε να αντιμετωπίσει τις τρεις Καρχηδονιακές στρατιές. Ο Πόπλιος ήταν ο πρώτος που ηττήθηκε. Πληροφορούμενος ότι μια δύναμη Ισπανών συμμάχων κατευθυνόταν προς τους Καρχηδόνιους με σκοπό να τους ενισχύσει, αποφάσισε να την αναχαιτίσει. Μετά από νυχτερινή πορεία ο Ρωμαϊκός στρατός συναντά τον Ισπανικό και εμπλέκονται σε «άτακτη» μάχη.
Την στιγμή που έφτασε ο Καρχηδονιακός στρατός, οι Ρωμαίοι αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα και όταν σκοτώθηκε ο Πόπλιος από ένα ακόντιο η κατάσταση έγινε απελπιστική, με αποτέλεσμα ο στρατός να σφαγιασθεί. Ο Γάιος επίσης σύντομα βρέθηκε στην ίδια θέση. Ο Ασδρούβας Βάρκας διαπραγματεύτηκε με τους Κελτο-Ίβηρες, οι οποίοι συμφώνησαν να αφήσουν το πεδίο της μάχης. Ο Γάιος αναγκάστηκε να υποχωρήσει σε μια προσπάθεια να επιστρέψει σε ασφαλή τοποθεσία, αλλά οι τρεις Καρχηδονιακού στρατοί συνέκλιναν και σύντομα η Ρωμαϊκή δύναμη βρέθηκε περικυκλωμένη. Ο Γάιος σκοτώθηκε, και ο στρατός του εξοντώθηκε. Η Ρωμαϊκή εξουσία στην Ισπανία κατέρρευσε και μόνο μια μικρή περιοχή βόρεια του Έβρου παρέμεινε υπό Ρωμαϊκό έλεγχο.
Σκιπίων ο Αφρικανός
Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων (Σκιπίων ο Αφρικανός)
Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων (Σκιπίων ο Αφρικανός)
Στην Ισπανία έκανε την πρώτη του εμφάνιση ο μεγαλύτερος Ρωμαίος στρατηγός του πολέμου, ο Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων ο Αφρικανός – γιος του Πόπλιου Σκιπίωνα που σκοτώθηκε το 211 π.Χ. Σε ηλικία περίπου 20 ετών, ήταν επικεφαλής μιας από τις μεγάλες οικογένειες της Ρώμης, αλλά δεν κατείχε υψηλή θέση στο Ρωμαϊκό κράτος και κατά συνέπεια δεν μπορούσε να αναλάβει στρατιωτικό αξίωμα. Ο λόγος που διορίστηκε δεν είναι σαφής, αλλά οι ενδείξεις από τις ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι ουδείς άλλος ήθελε τη θέση. Έφτασε στην Ισπανία προς το τέλος του 210 π.Χ με περιορισμένες ενισχύσεις, καθιστώντας τους Ρωμαίους λιγότερους έναντι των Καρχηδονίων σε αναλογία τρία προς ένα. Ωστόσο, οι Καρχηδονιακοί στρατοί ήταν διάσπαρτοι σε όλη την Ισπανία συμβάλλοντας στη διατήρηση του των επαρχιών. Ακόμα κι αν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει έναν από τους Καρχηδονιακούς στρατούς, ο Σκιπίων δεν θα μπορούσε να είναι σίγουρος για το αποτέλεσμα και έτσι αποφάσισε να κάνει μια τολμηρή κίνηση.
Το 209 π.Χ ο Σκιπίων πραγματοποίησε επίθεση σε μια σημαντική Καρχηδονιακή πόλη την Νέα Καρχηδόνα. Κινούμενοι γρήγορα, ο Ρωμαϊκός στρατός και το ναυτικό εμφανίστηκαν στην πόλη αιφνιδιαστικά. Μετά από μια πρώτη αποτυχημένη επίθεση η οποία χρησίμευσε για να αδυνατίσει τους υπερασπιστές, η δεύτερη στέφθηκε με επιτυχία. Με τη βοήθεια τοπικών πληροφοριοδοτών, ο Σκιπίων διαπίστωσε ότι μπορούσε να διασχίσει την βόρεια λιμνοθάλασσα η οποία προστάτευε την πόλη και μια μικρή Ρωμαϊκή δύναμη κατόρθωσε να φθάσει στον ανυπεράσπιστο βόρειο τείχος, από όπου ήταν σε θέση να ανοίξει την κεντρική πύλη και να εισέλθει ο υπόλοιπος στρατός. Το φρούριο σύντομα κατέρρευσε και μαζί με αυτό κάθε ελπίδα αντίστασης. Η πτώση της Καρχηδόνας δεν επηρέασε τους Καρχηδονιακούς στρατούς, αλλά άλλαξε δραματικά το πολεμικό τοπίο στην Ισπανία. Η πόλη διέθετε ένα σημαντικό θησαυροφυλάκιο, καθώς και στρατιωτικές αποθήκες και επίσης ομήρους που χρησίμευαν για να εξασφαλιστεί η υποστήριξη των τοπικών Ισπανικών φυλών.
Παρά το πλήγμα, το 208 π.Χ επρόκειτο να πραγματοποιηθεί μια ακόμη Καρχηδονιακή εκστρατεία από την Ισπανία στην Ιταλία. Ο Σκιπίων ξεκίνησε το έτος με μια ακόμη νίκη, αυτή τη φορά επί του στρατού του Ασδρούβα Βάρκαστη μάχη του Baecula. Ωστόσο εδώ υπάρχει κάποια αβεβαιότητα σχετικά με τις προθέσεις του Ασδρούβα διότι αμέσως μετά τη μάχη άρχισε την προέλασή του στην Ιταλία, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο στρατός δεν υπέστη πολλές απώλειες καταδεικνύοντας ότι πραγματικός σκοπός της μάχης ήταν να καθυστερήσει τους Ρωμαίους προκειμένου ο στρατός του να αρχίσει ανενόχλητος την πορεία.
Παρά την πτώση της Νέας Καρχηδόνας και την αναχώρηση του Ασδρούβα, η ισορροπία στην Ισπανία ακόμα ευνοούσε τους Καρχηδονίους και το 206 π.Χ ανέλαβαν επιθετικές πρωτοβουλίες. Ένας στρατός δύναμης μεταξύ 55.000 και 74.000 ανδρών, υπό την ηγεσία του Ασδρούβα Γίσγωνα, μεταφέρθηκε σε μια τοποθεσία που ήταν αναπόφευκτη η μάχη. Ο Σκιπίων μπορούσε να τον αντιμετωπίσει με 50.000 άνδρες, εκ των οποίων οι μισοί ήταν Ρωμαίοι ή Ιταλοί και οι υπόλοιποι ήταν οι Κελτο-Ίβηρες που είχαν αποσκιρτήσει το 211 π.Χ. Ημάχη της Ιλίπα βρήκε τον Σκιπίωνα να ξεγελά τους αντιπάλους του. Για αρκετές ημέρες οι δύο πλευρές έκαναν τακτικούς ελιγμούς χωρίς να δίνουν μάχη. Την ημέρα της μάχης, ο Σκιπίων άλλαξε την τακτική του και με το πρώτο φως αναπτύχθηκε πιο κοντά στο Καρχηδονιακό στρατόπεδο.

Χάρτης μάχης της Ιλίπα_αρχική διάταξη του Σκιπίωνα

Χάρτης μάχης της Ιλίπα_τελική διάταξη του Σκιπίωνα
Ο Ασδρούβας αντελήφθη την αλλαγή αφού είχε ήδη παρατάξει τα δικά του στρατεύματα. Η σύγκρουση εξελίχθηκε ευνοϊκά για τους Ρωμαίους, αλλά έληξε λόγω καιρικών συνθηκών, αποτρέποντας την επίθεση κατά του Καρχηδονιακού στρατοπέδου. Μετά από αυτό οι Ισπανοί σύμμαχοι του Ασδρούβα άρχισαν να λιποτακτούν και έτσι αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αλλά η υποχώρηση μετατράπηκε σε ήττα λόγω της Ρωμαϊκής πίεσης. Ο Ασδρούβας αναγκάστηκε να φύγει προς τη Βόρεια Αφρική, και ο Μάγων προς την Γάδειρα (σύγχρονη πόλη Κάδιθ στην Ανδαλουσία). Όταν ο Μάγων έφυγε για να προετοιμάσει μια εκστρατεία στην Ιταλία, τα Γάδειρα παραδόθηκαν στους Ρωμαίους. Ο Σκιπίων είχε κερδίσει τον απόλυτο έλεγχο στην Ισπανία, τερματίζοντας την παρουσία των Καρχηδονίων στην Ιβηρική χερσόνησο. Ο Σκιπίων πλέον στρέφει την προσοχή του στην Αφρική.
Αφρική
Η επιβράβευση του Σκιπίωνα για την νίκη του στην Ισπανία, ήταν να εκλεγεί Ύπατος το 205 π.Χ. Πρόθεσή του ήταν να εισβάλει στην Αφρική και να μεταφέρει τον πόλεμο απευθείας στην Καρχηδόνα. Αυτή η κίνηση συνάντησε ισχυρές αντιρρήσεις από ορισμένους στη Ρώμη, ειδικά τον Φάβιο Μάξιμο. Οι αντιρρήσεις τους ήταν βάσιμες καθότι ο Αννίβας ήταν ακόμα δραστήριος στην Ιταλία, με φήμες για αναμενόμενες ενισχύσεις, ενώ η αποτυχημένη προσπάθεια επίθεσης στην Καρχηδόνα το 255 π.Χ είχε ως συνέπεια να παραταθεί ο Α’ Καρχηδονιακός πόλεμος κατά δέκα χρόνια. Ωστόσο ο Σκιπίων είχε αρκετή υποστήριξη και τελικά επέλεξε την Σικελία ως βάση εξόρμησης.
Με την άφιξή του στη Σικελία, ο Σκιπίων άρχισε την προετοιμασία του στρατού. Η φρουρά της Σικελίας βασιζόταν στις δύο λεγεώνες που είχαν ήδη ντροπιαστεί στις Κάννες και παρέμεναν εξόριστες στο νησί μέχρι το τέλος του πολέμου. Ο Σκιπίων προσέθεσε σε αυτές δύναμη 7.000 εθελοντών, πρόθυμων να συμμετάσχουν στην εισβολή της Αφρικής. Έτσι αφού απάλλαξε τις λεγεώνες από «γηρασμένους» και ακατάλληλους στρατιώτες τους αντικατέστησε με νέα στρατεύματα και κατόπιν προετοίμασε το στρατό του για μάχη. Τελικά δημιουργήθηκε στρατός από 25.000 – 30.000 άνδρες, έτοιμους για την εισβολή.
Η δύναμη εισβολής απέπλευσε για την Αφρική στις αρχές της άνοιξης του 204 π.Χ. Ο τεράστιος στόλος, που συμπεριελάμβανε 400 πλοία μεταφοράς και 40 πολεμικά πλοία, κατάφερε να πλεύσει ανενόχλητος από το «νωθρό» Καρχηδονιακό ναυτικό. Τρεις ημέρες μετά την αναχώρηση από την Σικελία, ο στρατός αποβιβάσθηκε στο Ακρωτήριο φαρίνα, κοντά στην πόλη Utica. Εκεί ενισχύθηκε από τον Μασινίσσα τον βασιλιά της Νουμιδίας, ο οποίος είχε πρόσφατα ηττηθεί από τον Σύφακα, έναν προ Καρχηδονιακό φύλαρχο. Αφού νίκησε δύο μικρές Καρχηδονιακές δυνάμεις, ο Σκιπίων στρατοπέδευσε στην περιοχή έτοιμος να πολιορκήσει την Utica.
Η Καρχηδόνα απάντησε συγκεντρώνοντας ακόμη δύο στρατούς, ένα στρατό αποτελούμενο από Νουμίδες υπό τον Σύφακα και ένα Καρχηδονιακό στρατό υπό την ηγεσία του Ασδρούβα Γίσγονα (δεν ανήκε στην οοικογένεια του Αννίβα). Αυτοί οι στρατοί στρατοπέδευσαν έξι ή επτά μίλια από τους Ρωμαίους, ενώ μεταξύ τους απείχαν ένα μίλι. Στις αρχές άνοιξης του 203 π.Χ, ο Σκιπίων εξαπέλυσε ταυτόχρονες επιθέσεις στα στρατόπεδα απωθώντας και τους δύο Καρχηδονιακούς στρατούς εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο την ελευθερία κινήσεων των Ρωμαϊκών στρατευμάτων γύρω από την Utica.
Η Καρχηδόνα αντέδρασε αποστέλλοντας ακόμη έναν στρατό, απαρτιζόμενο από επιζώντες της προηγούμενης υποχώρησης. Παρόλο που και αυτός ο στρατός ήταν υπεράριθμος της Ρωμαϊκής δύναμης, ο Σκιπίων ήταν πρόθυμος για μάχη έχοντας πίστη στα στρατεύματά του μετά την μάχη των Μεγάλων Πεδιάδων (203 π.Χ). Ο Καρχηδονιακός στρατός κατέρρευσε γρήγορα, με εξαίρεση ένα μικρό Ισπανικό τμήμα, η αντίσταση του οποίου επέτρεψε στο μεγαλύτερο μέρος των Καρχηδονίων να διαφύγει.
Οι Ρωμαίοι ήταν πλέον σε δεσπόζουσα θέση. Ο Σκιπίων επέλεξε να χωρίσει τις δυνάμεις του και ένα σύνταγμα εστάλη στην Νουμιδία για την αποκατάσταση του Μασινίσσα στην εξουσία, ενώ το υπόλοιπο υπό τον Σκιπίωνα βάδισε προς την Καρχηδόνα. Η αντίδραση στην Καρχηδόνα ήταν πανικός. Η πρώτη απόφαση που ελήφθη ήταν να ανακληθεί ο Αννίβας από την Ιταλία για να ηγηθεί της υπεράσπισης. Η δεύτερη απόφαση ήταν να επιτεθεί ο Καρχηδονιακός στόλος στον Ρωμαϊκό στην Utica, γεγονός που απέφερε την κατάληψη 40 μεταφορικών πλοίων των Ρωμαίων. Εν τω μεταξύ, ο στρατός που εστάλη στον Μασινίσσα νίκησε τους αντιπάλους του και έτσι πλέον η Ρώμη μπορούσε να υπολογίζει στην βοήθεια της Νουμιδίας.
Στο τέλος του 203 π.Χ, η θέση των Καρχηδονίων ήταν οικτρή. Στην Καρχηδόνα ήρθε στο προσκήνιο το «Κόμμα ειρήνης» και εστάλη μια αντιπροσωπεία στον Σκιπίωνα για να διαπραγματευτεί το τέλος του πολέμου. Είναι βέβαιο ότι οι όροι ειρήνης που προσφέρθηκαν, περιελάμβαναν απόσυρση των Καρχηδονίων από την Ιταλία και την Ισπανία, την παραίτηση από αξιώσεις στα νησιά της Μεσογείου, την μείωση του μεγέθους του στόλου, καθώς και πρόστιμο το ύψος του οποίου είναι άγνωστο.
Αυτοί οι όροι έγιναν αποδεκτοί, αν και είναι ασαφές το κατά πόσον αυτό ήταν πραγματικό ή απλά δινόταν χρόνος στον Αννίβα να επιστρέψει. Ασαφής είναι και η αντίδραση της Ρώμης, όπου σύμφωνα με τον Πολύβιο η συνθήκης επιβεβαιώθηκε, ενώ ο Λίβιος ισχυρίζεται ότι οι διαπραγματεύσεις στη Ρώμη απέτυχαν. Ανεξάρτητα από αυτά η συνθήκη δεν κράτησε. Όταν ένα καραβάνι με Ρωμαϊκές προμήθειες έπεσε στα χέρια των Καρχηδονίων κατά τη διάρκεια του χειμώνα και η απαίτηση των Ρωμαίων για επιστροφή απορρίφθηκε, οι πιθανότητες πολέμου αυξήθηκαν ξανά.
Ο νέος κύκλος πολεμικών συγκρούσεων είχε πλέον αποκτήσει «αδίστακτο χαρακτήρα» Ο Σκιπίων ήταν αποφασισμένος να επιβάλει την λήξη του πολέμου. Η αυξημένη βαρβαρότητα των Ρωμαϊκών επιθέσεων ανάγκασε την Καρχηδόνα να δώσει εντολή στον Αννίβα να επιτεθεί. Μετά από μια μικρή καθυστέρηση ενώ ενίσχυε το στρατό του, ο Αννίβας κινήθηκε δώσει την μάχη. Η επιβίωση της Καρχηδόνας στηριζόταν στο αποτέλεσμα της μάχης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων στρατηγών του πολέμου.
Το αποτέλεσμα της μάχης της Ζάμας (202 π.Χ) ήταν η πρώτη ήττα του Αννίβα. Για χρόνια κέρδιζε νίκες με τον έμπειρο στρατό του, αλλά τώρα αντιμετώπιζε τον καλύτερο Ρωμαϊκό στρατό του πολέμου, ενώ την ίδια στιγμή παρέταξε έναν πρόχειρο στρατό, που αποτελείτο από τις εναπομείνασες δυνάμεις και βετεράνους του Αννίβα που είχαν επιστρέψει από την Ιταλία.
Μάχη Ζάμα_επίθεση ελεφάντων_πηγή www.roman-empire.net/
Μάχη Ζάμα_επίθεση ελεφάντων_πηγή roman-empire.net
Μάχη Ζάμα_αναδιάταξη Ρωμαϊκού πεζικού & επίθεση ιππικού
Μάχη Ζάμα_αναδιάταξη Ρωμαϊκού πεζικού & επίθεση ιππικού
Μάχη Ζάμα_κυκλωτική κίνηση ιππικού
Μάχη Ζάμα_κυκλωτική κίνηση ιππικού
Το σχέδιο μάχης ήταν απλό και παρ’ ολίγον να πετύχαινε. Το πεζικό θα προσπαθούσε να διασπάσει το κέντρο των Ρωμαίων, ενώ οι βετεράνοι ήσαν σε ετοιμότητα για να εμπλακούν στο τέλος της μάχης. Όμως στο κρίσιμο σημείο της μάχης και ενώ οι Ρωμαϊκές γραμμές είχαν πανικοβληθεί φάνηκε το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης του Ρωμαϊκού στρατού ο οποίος κατάφερε να ανασυνταχθεί…….γεγονός πολύ δύσκολο και σπάνιο για την εποχή……………καταφέρνοντας να αντιμετωπίσει και να κρατήσει τους βετεράνους του Αννίβα, πριν το Ρωμαϊκό ιππικό υπερκεράσει τους Καρχηδονίους, οι οποίοι περικυκλωμένοι πλέον εξοντώθηκαν.
Ο πόλεμος είχε λήξει. Η Καρχηδόνα υποχρεώθηκε να ζητήσει ειρήνη, αυτή τη φορά με σκληρότερους όρους από ότι το προηγούμενο έτος. Αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν όλα τα εδάφη εκτός από την Αφρική, να αναγνωρίσουν το βασίλειο του Μασινίσσα και να συμφωνήσουν ότι δεν θα διεξάγουν πολέμους στην Αφρική χωρίς Ρωμαϊκή έγκριση. Επίσης θα κατέβαλλαν αποζημίωση 10.000 ασημένιων ταλάντων σε μια περίοδο αποπληρωμής πενήντα ετών, θα αναλάμβαναν την υποστήριξη του στρατού του Σκιπίωνα μέχρι να διασφαλισθεί η ειρήνη και θα ελάττωναν τον στόλο τους σε δέκα πλοία. Μετά από δεκαεπτά έτη συγκρούσεων ο Β’ Καρχηδονιακός πόλεμος έφτανε στο τέλος.
Επίλογος
Αν και εξοντωμένη η Καρχηδόνα επέζησε του πολέμου. Μετά από μια περίοδο αστάθειας, ήταν σε θέση να ανακτήσει ένα μέρος του εμπορικού της πλούτου, μέχρις ότου η Ρώμη να αισθανθεί ξανά απειλούμενη. Ωστόσο ως στρατιωτική & αυτοκρατορική δύναμη η Καρχηδόνα έπαυσε να υφίσταται. Ο Ρωμαϊκός έλεγχος στην δυτική Μεσόγειο δεν απειλήθηκε για αιώνες.
Η Ρώμη που προέκυψε από τον πόλεμο ήταν πλήρως μεταμορφωμένη. Πριν από τον πόλεμο, η Ρωμαϊκή επικράτεια περιοριζόταν στην Ιταλία. Μετά τον πόλεμο είχε κερδίσει την Ισπανία, εξασφάλισε τον έλεγχο στα νησιά της Μεσογείου και είχε την πρώτη παρουσία στον Ελλαδικό χώρο. Τα χρόνια που ακολούθησαν αμέσως μετά τον πόλεμο, βρήκαν την Ρώμη να ελέγχει μεγάλες περιοχές της Ελλάδας και να νικά τους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Όμως η ανασφάλεια της νεογέννητης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και οι εμμονή της έναντι της Καρχηδόνας θα αποτελούσαν τα αίτια για τον Γ’ Καρχηδονιακό πόλεμο.
chilonas.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το ιστολόγιο δεν υιοθετεί και δεν φέρει καμία ευθύνη για τα σχόλια των αναγνωστών του. Πλέον, οι αναγνώστες μπορούν να σχολιάζουν με το λογαριασμό τους στο facebook ή με λογαριασμούς από τα υπόλοιπα κοινωνικά δίκτυα. Τα ανώνυμα σχόλια θα παραμείνουν κλειστά όσο υπάρχουν άτομα που κρύβονται πίσω από την ανωνυμία για να προβοκάρουν και να επιτεθούν σε άλλους σχολιαστές για να επιβάλλουν τις απόψεις τους.